BOLLYWOOD

Dil Se: Το Bollywood «απολογητής της… τρομοκρατίας» και τα 7 στάδια του αδιέξοδου έρωτα. Μια αμφιλεγόμενη πλην συναρπαστική ταινία

Έβλεπα απόψε σε dvd το “Dil Se” (σε ελληνική απόδοση «μέσα από την καρδιά μου»). Μια ταινία ινδικής παραγωγής του 1998, σε σκηνοθεσία του (52χρονου σήμερα) Mani Ratnam, η οποία γυρίστηκε στην Hindi και μεταγλωττίστηκε σε άλλες τρεις ινδικές διαλέκτους, Tamil (μητρική γλώσσα του σκηνοθέτη, καθώς γεννήθηκε στο Madurai) Telugu (δραβιδική γλώσσα ομιλούμενη στο κρατίδιο της Andhra Pradesh) και Malayalam (γλώσσα της Kerala). Μάλιστα, ο Ratnam ετοιμάζει άλλες δύο ταινίες για την επόμενη σαιζόν στις οποίες θα πρωταγωνιστεί η Aishwarya Rai (12 χρόνια μετά το «Iruvar» του ίδιου σκηνοθέτη) και στην μία μάλιστα θα συμπρωταγωνιστεί με τον σύζυγό της Abishek Bachchan.

Πρόκειται για μια ταινία η οποία συνάρπασε αλλά και σοκάρισε τους κινηματογραφόφιλους. Τους συνάρπασε για πολλούς λόγους όπως:

Πρώτον, για τις υπέροχες τοποθεσίες όπου έγιναν τα γυρίσματα είτε μέσα στην Ινδία (Kashmir, Assam, Delhi, Kerala) είτε εκτός (Bhutan) τα οποία ανέδειξε αριστουργηματικά η φωτογραφία του βραβευμένου για τη δουλειά του αυτή Santosh Sivan.

Δεύτερον, για το καστ. Ο μεγαλύτερος Ινδός σταρ της τελευταίας δεκαετίας Shahrukh Khan πρωταγωνιστεί σε έναν ακόμη ρόλο τραγικού ήρωα, η όμορφη Manisha Koirala «σκοτεινή» αινιγματική στο ρόλο της αυτονομίστριας επαναστάτριας / τρομοκράτισσας και η πρώτη –θριαμβευτική- εμφάνιση της «λαμπερής» Preity Zinta σε ένα απόλυτο κοντράστ χαρακτήρα με την Koirala, καθώς εμφανίζεται ως «φωτεινή» απαστράπτουσα και καλοπροαίρετη θετική ηρωίδα (με «σήμα κατατεθέν» το χαρακτηριστικό πηγαίο και άμεσο γέλιο της).

Τρίτον, για τα τραγούδια του σύγχρονου «θρύλου» της μουσικής Bollywood, A.R. Rahman.

Τέταρτον, για την εκπληκτική χορογραφία της Farah Κhan και ειδικά για το «Chhaiyan Chhaiyan» κομμάτι το οποίο είναι από τα πιο συναρπαστικά χορευτικά, με συγχρονισμένες κινήσεις του πρωταγωνιστή και του μπαλέτου πάνω στην οροφή ενός τραίνου εν κινήσει!

Πέμπτον, για τα ιδιαίτερα πολιτικά μηνύματα της ταινίας (όπως π.χ. με την εγκατάλειψη της επαρχίας, ανάλογα με αυτά που λέμε και εδώ πως «Ελλάδα δεν είναι μόνο η Αθήνα» ή με το αδιαμφισβήτητο δίκιο που μπορεί να έχει ένας αποκαλούμενος ως «τρομοκράτης»).

Εύλογα λοιπόν για τους παραπάνω λόγους -και όχι μόνο γι αυτούς- η ταινία μπήκε το 1998 (η πρώτη ινδική η οποία κατάφερε κάτι τέτοιο) στο Top 10 του βρετανικού Box Office.

Από την άλλη μεριά όμως, η «συμπάθεια» με την οποία βλέπει η ταινία τους «τρομοκράτες» (καθώς μάλιστα ανέβηκε το 1998, μια χρονιά – ορόσημο για τον ινδικό εθνικισμό, λόγω Kashmir, πυρηνικών δοκιμών από Ινδία και Πακιστάν, εθνικιστικών τόνων από την κυβέρνηση, κ.λπ.) και το απροσδόκητο φινάλε της ταινίας, σοκάρισαν τους θεατές.

Η υπόθεση του έργου έχει πάνω κάτω ως εξής:

Ο Amar Varma (Shahrukh Khan) είναι ένας δημοφιλής δημοσιογράφος του ραδιοφωνικού σταθμού του Δελχί ΑΙR (All India Radio) ο οποίος τα έχει όλα: μια καλή οικογένεια (μητέρα, γιαγιά, αδέλφια) καλούς φίλους, είναι δημοφιλής, έχει μια καλή εργασία και μια καθώς πρέπει καταγωγή. Ένα παγωμένο βροχερό βράδυ (η αρχή της ταινίας) αναχωρεί για ρεπορτάζ στις Βορειοανατολικές επαρχίες και ενώ εύχεται το τραίνο να μην περάσει από γέφυρες που να έχει κατασκευάσει κανένας απατεώνας εργολάβος…

Το θέμα του ρεπορτάζ είναι το πώς βλέπουν τα 50 χρόνια από την ινδική ανεξαρτησία οι ντόπιοι.

Στον σταθμό γνωρίζει την μυστηριώδη Meghna (Manisha Koirala) η οποία όσο αυτός προσπαθεί να της πιάσει κουβέντα, άλλο τόσο αυτή τον αποφεύγει συστηματικά. Μόλις προθυμοποιείται να την κεράσει ένα τσάι για την κρύα νύχτα, αυτή εξαφανίζεται.

Αργότερα την ξανασυναντά, όμως αυτή προσποιείται πως δεν τον θυμάται καν. Ο Amar όμως έχει θαμπωθεί από την ομορφιά της και την έχει ερωτευτεί κεραυνοβόλα. Έτσι, προσπαθεί να μάθει γι αυτήν όσο το δυνατόν περισσότερα. Πληροφορείται λοιπόν δωροδοκώντας τον υπάλληλο των τοπικών τηλεπικοινωνιών ,πως αυτή σχεδιάζει να επισκεφτεί το κρατίδιο του Ladakh. Την ακολουθεί εκεί με πρόσχημα ένα ρεπορτάζ για τα τοπικά έθιμα, όμως αυτήν τον προειδοποιεί να πάψει να την παρακολουθεί προφασιζόμενη δήθεν πως είναι παντρεμένη. Λίγο αργότερα, δύο γνωστοί της άνδρες ξυλοκοπούν άγρια τον ερωτευμένο δημοσιογράφο και τον εγκαταλείπουν αιμόφυρτο σε ένα δάσος.

Αφού εντοπιστεί από κάποιους περαστικούς και νοσηλευτεί, την ξανασυναντά σε ένα τοπικό λεωφορείο όπου αυτή –προς έκπληξή του- συστήνεται στους αστυνομικούς που διενεργούν μια έρευνα ρουτίνας μεταξύ των επιβατών, ως σύζυγος του Amar. Το λεωφορείο παθαίνει βλάβη στη διαδρομή και έτσι οι επιβάτες αναγκάζονται να πεζοπορήσουν επί διήμερο στο οποίο ο Amar και η Meghna έρχονται σταδιακά όλο και πιο κοντά, καθώς έχοντας αυτή δηλώσει «σύζυγος» ενώπιον των επιβατών δεν θέλει να κινήσει υποψίες με το να συνεχίσει να τον αποφεύγει. Η Meghna του λέει λοιπόν πως οι δύο άνδρες που τον ξυλοκόπησαν είναι οι αδελφοί της. Σταδιακά ακολουθεί μία ψυχολογική και συναισθηματική προσέγγιση των δύο, σε σημείο που τουλάχιστον να «σπάσει ο πάγος».

Το επόμενο πρωινό, ενώ έχουν κατασκηνώσει σε κάποια χαλάσματα, η μυστηριώδης συνταξιδιώτισσα του Amar εξαφανίζεται για ακόμη μία φορά.

Επιστρέφοντας στο Δελχί, ο Amar συμφωνεί να προχωρήσει σε γάμο με την Preeti (Preity Zinta) προφανώς για να ξεχάσει την Meghna. Αυτή είχε ήδη μια ερωτική απογοήτευση, εκείνος της εκμυστηρεύεται τι συνέβη στο Ladakh και στον διάλογο που έχουν πληροφορούμαστε πως σύμφωνα με τις στατιστικές, το 80% των νέων έχουν προγαμιαίες σχέσεις, κάτι που δεν συνάδει με την εικόνα της συντηρητικής κοινωνίας που δίνει στον έξω κόσμο η Ινδία.

Την ημέρα των αρραβώνων, εμφανίζεται στην πατρική του κατοικία η Meghna ζητώντας φιλοξενία και μια οποιαδήποτε εργασία γιατί δεν έχει που να μείνει. «Όλως τυχαίως», μιλώντας στον Amar για τα προσόντα και την προϋπηρεσία της, ουσιαστικά του περιγράφει μια ειδικότητα και μια προϋπηρεσία ικανή να της προσφέρει -με τη μεσολάβησή του εννοείται- μια θέση, έστω και προσωρινή, στον All India Radio.

Στο σημείο αυτό, μαθαίνουμε πως η Meghna ανήκει σε μια τρομοκρατική οργάνωση η οποία σχεδιάζει να σκοτώσει τον Ινδό πρωθυπουργό κατά την παρέλαση σε μία από τις δύο εθνικές εορτές της χώρας (η άλλη είναι στις 15 Αυγούστου η «Ημέρα της Ανεξαρτησίας») και συγκεκριμένα στην πλατεία Connaught (η κεντρική πλατεία στο Νέο Δελχί) κατά την 50η επέτειο της Ημέρας της Ινδικής Δημοκρατίας (26 Ιανουαρίου 1997).

Ο Amar ανακαλύπτει μέσα από μια σειρά ενδείξεων και συμπτώσεων (όπως π.χ. με τη συνάντησή του με έναν από τους δύο αδελφούς της Meghna, τον οποίο τον `κυνηγά στους δρόμους και στο μετρό του Νέου Δελχί, με αποτέλεσμα ο τελευταίος να πέσει σε ένα μπλόκο της αστυνομίας και να αυτοκτονήσει καταπίνοντας το χημικό όπλο που έφερε πάνω του (Potassium Cyanide) για την εκτέλεση του σχεδίου της 26ης Ιανουαρίου) το σχέδιό της και στην προσπάθειά του να την μεταπείσει την «ανακρίνει» σε ανοικτό χώρο και αρχίζει να ψάχνει στα ρούχα της μήπως μεταφέρει εκρηκτικά. Αυτήν του την κίνηση την αντιλαμβάνεται ένας αστυφύλακας ως σεξουαλική παρενόχληση και τον συλλαμβάνει, με αποτέλεσμα η Meghna να διαφύγει. Καθώς αφήνεται ελεύθερος παρακολουθείται για δεύτερη φορά από τα υπόλοιπα αδέλφια και συντρόφους της Meghna και ξυλοκοπείται πάλι.

Ξαναβρίσκει την επομένη την Meghna, της κάνει ερωτική εξομολόγηση λέγοντάς της πως καταλαβαίνει πως κι εκείνη είναι ερωτευμένη μαζί του. Την τραβά στη αγκαλιά του και την παρακαλεί να φύγουν κάπου μαζί. Αυτή του φωνάζει να μείνει μακριά της και να μην την αγγίξει, αυτός συνεχίζει να της φωνάζει επιμένοντας (σε μια διφορούμενη ερμηνεία) «να τον πάρει μαζί του» και «να φύγουν μαζί». Τότε, αυτή παραδέχεται πως κι εκείνη είναι ερωτευμένη μαζί του, αλλά αγκαλιάζοντάς τον, αυτός με το σώμα του, χωρίς να το ξέρει, ενεργοποιεί τα εκρηκτικά που κρύβει κάτω από το φόρεμά της και έτσι ανατινάζονται. Το «Κόλπο του σκηνοθέτη» είναι σε αυτή τη σκηνή πολλαπλό. Μήπως το κήρυγμα του Amar ότι οι αθώοι πολίτες που θα σκοτώνονταν από τα εκρηκτικά δεν θα έφταιγαν σε τίποτε, έπιασε τόπο; Μήπως ήταν ένα λάθος της στιγμής της Meghna; Μήπως τελικά ο έρωτας μεταξύ ενός θύματος της κρατικής τρομοκρατίας που αποφάσισε να δράσει με ένοπλη βία και ενός εκπροσώπου του συστήματος (και μάλιστα γιος αξιωματικού) ήταν αδιέξοδος;

Η απάντηση εν προκειμένω δίνεται αλληγορικά με τους στίχους του τραγουδιού «Satrangi Re» όπου περιγράφονται τα «επτά στάδια του έρωτα» σε ανάλογες περιπτώσεις:

Hub (έλξη)

Uns (ξελόγιασμα)

Ishq (αγάπη)

Aquidat (σεβασμός)

Ibaadat (λατρεία)

Junoon (πάθος)

Maut (θάνατος).

Η ταινία υπήρξε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία και πήρε καλές κριτικές και βραβεία, όπως ειδική αναφορά στο Διεθνές Φεστιβάλ του Βερολίνου το 1999 «Ασημένιο Λωτό» στην Ινδία και άλλα ακόμη βραβεία για την σκηνοθεσία (Mani Ratnam) τη μουσική (A.R. Rahman) τη φωτογραφία (Santosh Sivan) για την πρωτοεμφανιζόμενη ηθοποιό (Preity Zinta) τη χορογραφία (Farah Khan) κ.λπ.

Στο έργο ακούγονται αρκετά ενδιαφέροντα τραγούδια: “Chhaiyan Chhaiyan”, «Jiya Jale», «Dil Se Re», «E Ajnabi», «Thayya Thayya» και «Satrangi Re».

Το Chaiyya Chaiyya είναι μάλιστα και ένα από τα πιο δημοφιλή τραγούδια του Bollywood στα τελευταία χρόνια και ακουγόταν και στη αμερικανική ταινία «Inside Man».

Οι «πολιτικές ενστάσεις» που διατυπώθηκαν τράβηξαν ακόμη περισσότερο το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης. Πολλοί κριτικοί και πολιτικοί αναλυτές ασχολήθηκαν με τα πολιτικά νοήματα της ταινίας με ευθέως επικριτική διάθεση. Δεν τους ικανοποιούσε καθόλου η ωραιοποίηση όπως θεωρούσαν του χαρακτήρα των «τρομοκρατών» ή η εκλογίκευση και διατύπωση των επιχειρημάτων τους. Για παράδειγμα, στην ταινία, ο Αmar αντιδρά στα σχόλια που διατυπώνονται από πολίτες για τους τρομοκράτες λέγοντας με φυσικότητα πως «είναι και αυτοί πολίτες» οι οποίοι τυχαίνει να έχουν εξαγριωθεί.

Οι δηλώσεις των κατοίκων των Βορειοανατολικών επαρχιών στο μικρόφωνο του All India Radio πως το Δελχί τους έχει ξεχάσει, πως ζουν μέσα στην εξαθλίωση, πως τους κακομεταχειρίζονται, επιχειρήματα τα οποία οι τρομοκράτες -ή επαναστάτες, ανάλογα πως θα τους δει κάποιος- επαναλαμβάνονται και με κάποια «φλας μπακ» με τις βιαιότητες του επίσημου κράτους, επίσης «ενόχλησαν».

Στο έργο δεν γίνεται αναφορά ποιοι είναι οι αυτονομιστές αντάρτες. Άλλοι βλέπουν Kashmir, άλλοι Arunachal Pradesh και τους αντάρτες του Εθνικού Σοσιαλιστικού Συμβουλίου Nagalim (NSCN).

13 replies »

  1. शुभ संध्या / Shubh sundhyaa! / Καλησπέρα!
    आपका स्वागत हैं। / Aapka swaagat hai! / Καλώσόρισες!

    Θεωρώ πως το Dil Se συγκαταλέγεται μεταξύ των 10 καλύτερων ταινιών της τελευταίας δεκαετίας και με χαροποιεί ιδιαίτερα που σου άρεσε το κείμενο.
    Στο λεύκωμα «Bollywood Dreams» (εκδόσεις Phaidon) του Jonathan Torgovnik (ξεκίνησε τη φωτογραφική του καριέρα ως φωτογράφος στον Ισραηλινό στρατό) υπάρχουν μερικές πολύ καλές φωτό για την ινδική κινηματογραφική βιομηχανία και μεταξύ αυτών στιγμιότυπα από τα γυρίσματα με Manisha Koirala (η οποία διέθεσε φωτογραφικό υλικό για το βιβλίο αυτό όπως και ο Jackie Shroff – Mission Kashmir, Devdas και άλλοι) και SRK.

    Και μια Trivia Πληροφορία: Ο παπούς της 38χρονης πια Koirala, ο Bishweshwar Prasad Koirala ήταν πρωθυπουργός του Νεπάλ όπως και οι δύο θείοι της, οι Girija Prasad Koirala και MP Koirala!

    शुभ रात्री। / Shubh raatri / Καληνύχτα!

  2. ναι το ήξερα αυτό για την koirala,η οποία έχει αρχίσει απ’ότι διαβάζω να ενδιαφέρεται και η ίδια για την σκηνοθεσία.

  3. rodoula-kelly

    Τώρα πιάνεις μια «πονεμένη ιστορία»: δυστυχώς, στην Ελλάδα χίντι μπορεί να μάθει κάποιος «αυτοσχέδιάζοντας» περισσότερο (εάν ταξιδεύει -όπως εσύ καλή ώρα- στην Ινδία, στο διαδίκτυο, από κινηματογράφο, από τραγούδια, πάνω – κάτω όπως έκαναν πριν 3 – 4 δεκαετίες με τα αμερικάνικα τραγούδια και το Χόλλυγουντ οι Έλληνες ) συν μερικά βιβλία. Το ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο -έως αδύνατο- στην Ελλάδα να τη μάθεις τη γλώσσα φαίνεται από το εξής απλό παράδειγμα: Στο Πανεπιστήμιο, σε ινστιτούτα, κ.λπ. διδάσκονται αραβικά, ρώσικα, κινέζικα, γιαπωνέζικα, μα καθόλου η γλώσα εκατοντάδων εκαμμυρίων κατοίκων μιας ανερχόμενης οικονομικής δύναμης (για άλλη μία φορά οι Έλληνες βρίσκονται εκτός των εξελίξεων). Άλλο παράδειγμα: στην Ομόνοια υπάρχουν εφημερίδες σχεδόν σε όλες τις ευρύτερα ομιλούμενες γλώσσεις, μα ούτε μία στην χίντι έστω για τις μερικές εκατοντάδες οικονομικούς μετανάστες. Η ΕΡΤ πάλι μας έχει φλομώσει στον πέρσικο κινηματογράφο και δεν έχει πάρει ιδέα το ότι το Bollywood παίζει όχι απλώς σε όλη την Ασία αλλα ακόμη στην Αγγλία, τον Καναδα και τις ΗΠΑ!
    Αλλά, είπαμε: ο… «κοσμοπολιτισμός» του Έλληνα αρχίζει και τελειώνει στους ναυτικούς, στα γκαρσόνια και στις προσφορές «πέντε μέρες στο εξωτικό Ντουμπάι» (ακόμη το «καμάκι» έχει πεθάνει»… )!
    Οπότε, όσο δεν την μιλάει κανείς αυτή τη γλώσσα, τόσο τον παρατάνε αυτά τα λίγα που μπορεί να έχει μάθει…
    Κάποια στιγμή, ίσως γράψω και για προσωπικά μου βιώματα, οπότε θα αναφερθώ και στο πώς εξαναγκάστηκα ως μαθητής να μάθω… σανσκριτικά, με λατινικούς χαρακτήρες!

  4. εχεις πολύ δίκιο σε ‘οτι λες.
    Σανσκριτικά ε;
    Υπάρχει κάποια επαγγελματική σχέση πίσω από αυτά η είναι καθαρή φιλομάθεια;

  5. Τα σανσκριτικά (τα αρχαία ινδικά σαν να λέμε) «εκβιάστηκα» να τα μάθω στη μετεφηβική μου ηλικία, για να τελειώσω το σχολείο. Ή στο τέλος της χρονιάς θα είχα μάθει σανσκριτικά ή δεν θα έπαιρνα απολυτήριο (λόγω απουσιών, διαγωγής, κ.λπ.). Ήταν το πιο επίπονο καψόνι που έχω υποστεί στη ζωή μου.
    Καμία επαγγελματική σχέση, είναι για μένα ένα μέρος της ζωής μου.

  6. Να υποθέσω πως κάποιος γονιός σου έχει σχέση με Ινδία;

    Αν θες μου απαντάς sorry κιόλας που σε ρωτάω αλλά πρώτη μου φορά ακούω άνθρωπο να του κάνουν καψόνι «αναγκάζοντάς τον» να μάθει σανσκριτικά!

  7. Είναι μεγάλη και σχεδόν απίστευτη η ιστορία με τα σανσκριτικά: Όταν ήμουν μαθητής, κάπου στην ηλικία των 15 – 16 ετών, ήμουν πολύ κακός μαθητής. Έμενα στην ίδια τάξη, είχα μειωμένη διαγωγή που μου απαγόρευε μεταγραφή σε άλλο σχολείο, κ.λπ. Ήμουν όμως παθιασμένος με πολλά πράγματα. Ανάμεσα σε αυτά (μουσική, στίβος, προπόνηση, σινεμά, βόλτες, κορίτσια, πολιτική συζήτηση, κ.λπ.) παθιαζόμουν με τους αρχαίους πολιτισμούς, με τις παραδόσεις άλλων χωρών, με τις θρησκείες και με τις… νεκρές γλώσσες (ακόμη και τώρα που το σκέφτομαι, αυτό συνάδει μόνο με εφήβους τύπου «νερντς», «σπασίκλες» κ.λπ. και όχι με το «μαύρο πρόβατο» ενός σχολείου με τις «άπειρες» αποβολές). Αυτά τα ενδιαφέροντα, τα «κληρονόμησα» πιθανότατα από γονείς και παπούδες που τους ήταν και επάγγελμα και χόμπυ.
    Ένα – δυο χρόνια λοιπόν πριν τελειώσω το σχολείο, μου συνέβησαν διάφορα, με αποτέλεσμα να μην πατήσω στο σχολείο για κάτι μήνες. Τότε ήταν που μου έπεσε η διπλή πρόταση: Η μία, να οργανώσω εκδηλώσεις για τους ολυμπιακούς αγώνες, κάτι που το έφερα σε πέρας με επιτυχία. Η άλλη, ήταν πως αν μέχρι το τέλος της χρονιάς μάθαινα τα βασικά από ένα σπάνιο πραγματικά αγγλο/λατινο/σανσκριτικό λεξικό (σημειωτέον ήδη μιλούσα πολύ καλά αγγλικά) για τη «μητέρα των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών» τη σανσκριτική, θα περνούσα με πολύ καλούς βαθμούς την τάξη. Περιττό να σου πως ακόμη και σήμερα, το θεωρώ ως ένα από τα πολυτιμότερα βιβλία που έχω διαβάσει (και μπορώ να πω πως μου είχε γίνει εμμονή και διάβαζα πρωί βράδυ σανσκριτικά) και είμαι ακόμη -δηλαδή πολλά χρόνια μετά- ευγνώμων στην Α.Σ. που μου έκανε αυτό την πρόταση / «καψόνι»!

    Υ.Γ.: Περιττό να σου πω ότι ανάμεσα στα πλείστα όσα παρατσούκλια που μου είχαν κολλήσει, μετά από αυτό το γεγονός στο τέλος προστέθηκε από τους συμμαθητές αλλά και τους καθηγητές μου (!) και το… «βραχμάνος»!

  8. A αυτό το βραχμάνος μ’αρεσε πολύ!
    Συμπέρανα(συνεπέρανα είναι το σωστό αλλά κάνει κάπως πολύ καθερεύουσα και ..) δύο πράγματα.
    Α) πως είσαι πολύ νέος γύρω στα 22-23
    Β) πως είσαι ένα ιδιαίτερο και εξαιρετικά ενδιαφέρον πλάσμα

    Να’σαι καλά και
    φυσικά τα λέμε!
    το μέιλ μου είναι: kalanou@gmail.com

  9. Tώρα που το ξανασκέφτομαι με την ηλικία ισως να πέφτω και έξω.
    Οπότε σε ρωτώ ευθέως πόσο χρονών είσαι; και αν θέλεις μου απαντάς

    καλή σου νύχτα

  10. Σε ευχαριστώ για το «εξαιρετικά ενδιαφέρον πλάσμα». Όσο για την ηλικία μου, πράγματι συμπεριφέρομαι ως 22χρονος. Κάπου εκεί δείχνω άλλωστε φατσικά. Όσο για την πραγματική μου ηλικία, είμαι μεγαλύτερος…

Αφήστε απάντηση στον/στην zalmoxis Ακύρωση απάντησης