Uncategorized

Οι θαυμαστές «σταύρωσαν» τον Αλέξη Γκόλφη

Όταν ο Αλέξης Γκόλφης βρισκόταν ακόμη «στα πολύ επάνω του», νέος, όμορφος, διάσημος και πλούσιος στα τελευταία χρόνια της δεκαετίας του 1970, τίποτε δεν προμήνυε πως θα είχε την κατάληξη που είχε. Ζεν πρεμιέ, με λαμπρό μέλλον, με  απίστευτα ποσοστά τηλοψίας (80%) της σειράς όπου πρωταγωνιστούσε το 1975-1976 ως Χριστός-Μανωλιός (η σειρά «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» έκανε πρεμιέρα στις 29 Μαΐου 1975 και έγινε τεράστια επιτυχία) με συνεπαγόμενη ευρεία αναγνωρισιμότητα και με μεγάλο αριθμό θαυμαστριών. Δεν φαινόταν με τίποτε η συνέχεια που θα είχε ούτε από την ανυπόφορη δημοσιότητα ούτε από την ανυπόφορη στη συνέχεια μη δημοσιότητα. Προσωπικά πιστεύω πως περισσότερο τον έβλαψε η πρώτη (δημοσιότητα) παρά κάποιο σύνδρομο στέρησης μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της σειράς.
Δε φαινόταν καν ούτε από τη δήθεν «μεταφυσική τρέλλα» που τόσο επιπόλαια του απέδωσαν κάποιες εφημερίδες (πως ταυτίστηκε δηλαδή με τον Μανωλιό – Χριστό). Η αλήθεια είναι πως δεν ταυτίσθηκε ο ίδιος, δεν υπήρξε δηλαδή «ψώνιο», αλλά το ανεπτυγμένο «υπερεγώ» του, καθώς η ταύτιση του επιβλήθηκε βίαια (ας αναλογιστούμε τί σήμαινε 80% τηλεθέαση για έναν 27χρονο πρωταγωνιστή μιας δημοφιλούς σειράς το 1975). Ο κόσμος του επέβαλε ακούσια πλην επιτακτικά να συμπεριφέρεται περίπου ως Χριστός: «οι άνθρωποι στον δρόμο δεν με έβλεπαν σαν τον Αλέξη Γκόλφη, αλλά με αντιμετώπιζαν σαν… θεάνθρωπο. Αργότερα δεν ήθελα να προσβάλω την εικόνα που είχα δημιουργήσει με τον Χριστό με κάποια άλλη δουλειά» είχε πει με συνέντευξή του στο «Έθνος».
Όμως και με κοινωνιολογική προσέγγιση, ίσως και περισσότερο από ότι με ψυχαναλυτικούς όρους, θα γίνει κατανοητός ο λόγος για τον οποίο είχε τη συγκεκριμένη αυτοκαταστροφική πορεία. Ο Αλέξης Γκόλφης ήταν περίπτωση ατόμου αντιφατικού που συνδύαζε ένα ενστικτώδες «p.r». («‘επαιζε» με τα μάτια -γιατί ήταν και καλός ηθοποιός- και μάλιστα με μεγάλη γκάμα βλεμμάτων ανάλογα αν απέναντί του είχε τον «πελάτη» τη «θαυμάστρια» που θα τη γούσταρε ως γυναίκα, τον «περίεργο», κ.ο.κ.) με μια αντιεξουσιαστική στάση ζωής. Όπως όταν το 1983 έσκασε μύτη σε αποκριάτικο πάρτυ στο Λούκι που διατηρούσε -όπως και την Σφίγγα- στο Κολωνάκι, ντυμένος ναζί φαιοχίτωνας για να σαρκάσει όσους έλεγαν πως είχε σύμπλεγμα μεγαλομανίας (ίσως και για να αποταυτιστεί από τον «χίππυ» Χριστό) ή όπως όταν «τζιγκλούσε» τον Γιώργο Φούντα με πολιτικά υπονοούμενα και τον έβγαζε από τα ρούχα του μέχρι ο τελευταίος να καταλάβει ότι έκανε πλάκα. Ακόμη περισσότερο ίσως και από όταν ζούσε τα τελευταία χρόνια ως κλοσάρ, αφού τότε, «τα είχε όλα».  Συνέβαλε ίσως και η ξεφτίλα που διαπίστωνε στο συνάφι του (και ποιό συνάφι δεν την έχει, θα πει κάποιος…) και αναρωτιέμαι, άραγε πόσοι νέοι και πόσες πιτσιρίκες που τον άκουγαν να μιλάει κάποιες φορές στο Λούκι (το μπαρ στη Χάρητος) τόσο απαξιωτικά για τον κλάδο των ηθοποιών παράτησαν τελεσίδικα κάθε απόπειρα να περάσουν τη πόρτα μιας σχολής θεάτρου… Ο ιδιος παράτησε την υποκριτική που είχε ξεκινήσει στο θέατρο δίπλα στον Νίκο Χατζίσκο, και οργάνωνε συναυλίες μιας και αγαπούσε την ροκ. Τελευταία φορά που τον θυμάμαι σε σχετικά καλή κατάσταση στην μετά-Λούκι περίοδο, ήταν να διαχειρίζεται ένα μπαρ πίσω από τον σταθμό του ηλεκτρικού στην Κηφισιά.
Ο Αλέξης Γκολφινόπουλος (το έκοψε σε Γκόλφης για να μπορέσει επί χούντας να εργαστεί στο ραδιόφωνο επειδή ο πατέρας του ήταν χαρακτηρισμένος αριστερός) κηδεύτηκε την Πέμπτη 11 Οκτωβρίου, 6 ολόκλήρες ημέρες μετά την ταυτοποίηση της σορού του καθώς κανείς δεν τον αναγνώριζε στο νεκροτομείο όπου είχε μεταφερθεί μετά τον θάνατό του στις 5 Αυγούστου στον Ερυθρό Σταυρό. Εν τέλει, ο ιατροδικαστής που αναγνώρισε τη σορό ήταν ο σύζυγος της ηθοποιού Μαίρης Ιγγλέση, της παρτενέρ του στο «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται».
Ζούσε εδώ και 10 χρόνια άστεγος και ρακοσυλλέκτης, σε ένα άθλιο ερειπωμένο σπίτι χωρίς ρεύμα και νερό στην Πλατεία Αμερικής, το έσχατο επίπεδο της πτώσεώς του που είχε ξεκινήσει με τον θάνατο της μητέρας του, συνεχίστηκε με τη έξωσή που του έκαναν από το σπίτι του και κορυφώθηκε με τις ¨»ουσίες» και την ζωή ενός κλοσάρ που κυκλοφορεί ρακένδυτος τρεφόμενος από το συσσίτιο απόρων της ενορίας του Αγίου Λουκά.
(Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2007)

Κατηγορίες:Uncategorized

Σχολιάστε