
Γεώργιος Ροϊλός (1867-1928): «Οι ποιηταί» (1919). Στιγμιότυπο ποιητικής “soirée” στο σπίτι του Σουρή. Ο Αριστομένης Προβελέγγιος (άκρη αριστερά) απαγγέλλει, έχοντας δεξιά του τον Γεώργιο Σουρή. Στο κέντρο, ο Κωστής Παλαμάς. Από αριστερά απεικονίζονται ακόμη οι Γεώργιος Στρατήγης, Γεώργιος Δροσίνης και Ιωάννης Πολέμης.
«Του Ρωμηού μας το γραφείον όλο μέτρα και ρυθμός / στων Πινακωτών τον δρόμον, δεκαπέντε αριθμός» έγραφε σε κάθε τεύχος του Ρωμηού ο Γεώργιος Σουρής. Η Πινακωτών ήταν ο κεντρικός δρόμος της Αθήνας ο οποίος το 1906 μετονομάσθηκε σε Χαριλάου Τρικούπη.
Η οικία Σουρή στην Πινακωτών 15, προτού ο σπουδαίος αυτός σατιρικός ποιητής μετακομίσει στην Διδότου και κατόπιν την Ζωοδόχου Πηγής (και ενώ τα καλοκαίρια παραθέριζε στο Νέο Φάληρο) ήταν από το 1887, όταν άρχισαν οι πρώτες συγκεντρώσεις εκεί, ένα φιλολογικό σαλόνι της εποχής, το οποίο προσήλκυε κάθε Πέμπτη βράδυ (και όχι μόνο Πέμπτη, αλλά και τις περισσότερες ημέρες της εβδομάδος, με την Πέμπτη πάντως να αποτελεί την συνηθέστερη ημέρα συγκεντρώσεων) ανθρώπους των γραμμάτων, του πνεύματος και της καλαισθησίας.
«Το σπίτι του Σουρή και αν δεν εκείτο επί της οδού Πινακωτών και αν ευρίσκετο εις τα Πιθαράδικα ή την Βλασσαρούν, το αυτό θα παριστά πάντοτε θέαμα και τους αυτούς θα εδέχετο επισκέπτας μεταβαίνοντας εκεί, διαδοχικώς, από της 9ης εσπερινής ώρας μέχρι της 1ης μετά το μεσονύκτιον, οπότε Γεώργιος και Μαρή, Φασουλής τουτέστιν και Φασουλίνα, εκδιώκουσι τους επισκέπτας τους δεικνύοντας διαθέσεις να ξημερωθούν υπό την φιλόξενον στέγη των».
Με τα παραπάνω λόγια, ο Γεώργιος Κ. Πωπ, περιέγραφε την καθημερινότητα της οικίας Σουρή στην Αθήνα, εκεί όπου συναθροίζονταν διάφορες σπουδαίες προσωπικότητες του τέλους του 19ου αιώνα (Παύλος Νιρβάνας, Κωστής Παλαμάς, Γιάννης Πολέμης, Σπύρος Λάσιος, Βλάσης Γαβριηλίδης, Γεώργιος Στρατήγης, Πάνος Αραβαντινός, Ανδρέας Καρκαβίτσας, Γεώργιος Δροσίνης, Αριστομένης Προβελέγγιος, Μπάμπης Άννινος, Ζαχαρίας Παπαντωνίου, Μιλτιάδης Μαλακάσης και πολλοί άλλοι) που αποτελούσαν ουσιαστικά το «φιλολογικό σαλόνι» του δημοφιλούς ποιητή Γεωργίου Σουρή.
Για το σπίτι του Σουρή έγραψαν ο Γεώργιος Γεννάδιος (“πολλοί από τούς διακριθέντας εις τά γράμματα εκεί μέσα ακόνισαν τό πνεύμα των καί τό σπίτι αυτό ήταν η φιλολογική τους κολυμβήθρα. Γι αυτό καί η λογοτεχνία μας οφείλει εις τόν Σουρήν όχι μόνον τό μέγα σατιρικόν του έργον, αλλά καί ένα μεγάλο μέρος από τήν σύγχρονη φιλολογική μας ζωή” ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, ο Γεώργιος Δροσίνης, ο Παύλος Νιρβάνας, ο Δημήτριος Ταγκόπουλος, ο Γιάννης Δαμβέργης, ο Μίλτος Μαλακάσης, ο Γεώργιος Στρατήγης, ο Θεόδωρος Βελλιανίτης, ο Γεώργιος Πωπ. Ο τελευταίος έγραφε σχετικώς: “Εν τώ οίκω τού Γεωργίου Σουρή διέρχονται ώρας υπερτάτης απολαύσεως οι καταπονούντες πνεύμα και σώμα εργάται τής Τέχνης, οι ευρίσκοντες εντός τής αιθούσης εκείνης έν μέρος από τό ίδιο οίκημά των, κάτι τό οποίον αισθάνεσαι ότι είναι δικό σου, χωρίς νά σέ κουράζη, δίχως νά σέ στενοχωρή… Άν έλειπε τό σπίτι τού Σουρή, οι γράφοντες θά είχαν ελαττωθή κατά τό ήμισυ τουλάχιστον”.
Γι αυτό και ο Μπάμπης Άννινος πρότεινε να εντειχισθεί στο σπίτι της οδού Πινακωτών αναμνηστική επιγραφή που να το χαρακτηρίζει ως αξιοθέατο μνημείο, συνδεόμενο με τον φιλολογικό βίο μιας μακράς περιόδου.
‘Ολες οι ειδήσεις και τα πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα της Ελλάδας και του εξωτερικού συζητούντο στο σπίτι του Σουρή και για τον λόγο αυτό ο ποιητής Γεώργιος Στρατήγης το ονόμασε “Ακαδημία της Ελλάδος”.
Από εκεί πέρασαν ο φλαουτίστας Γκίζας, ο κιθαριστής Μολφέτας, ο βιολιστής Καζαντζής, ο Άγγελος Βουτσινάς με το σφύριγμά του και πλήθος άλλων Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών. Εκεί ακούστηκαν για πρώτη φορά ανέκδοτα έργα όπως “Η βουλιαγμένη πόλι” του Αριστομένους Προβελέγγιου την οποία απήγγειλε με παθητική και εμπνευσμένη απαγγελία, περικοπές από το έργο “Για την πατρίδα” του Σπύρου Δρόσου, “Το δάσος” του Μιλτιάδη Μαλακάση, “Το τραγούδι των βουνών” του Κωστή παλαμά, τα “Ειδύλλια” του Γεωργίου Δροσίνη, τα “Εξωτικά” του Ιωάννη Πολέμη και το “Ματρόζο” του Γεωργίου Στρατήγη ο οποίος το απήγγειλε με ρητορικό στόφο.
Εκεί απήγγειλε τη μετάφραση της “Αντιγόνης” ο Κωνσταντίνος Μάνος, μεταφράσεις από τα τραγούδια του Χάινε ο Άγγελος Βλάχος, το θεατρικό του έργο “Η οικογένεια Παραδαρμένου” ο Μπάμπης Άννινος, την “Κατοχή” ο Γεράσιμος Βώκος, “Το νησί της χαράς” ο Λάμπρος Πόρφυρας και τον “Όρκο” του την μία και μοναδική φορά που επισκέφθηκε την Αθήνα ο Κερκυραίος Γεράσιμος Μαρκοράς. Τακτικότατα διάβαζε το χρονογράφημα της επομένης ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου, ενώ τακτικοί θαμώνες ήταν ο Ευάγγελος Κουσουλάκος που εξέδιδε την καθημερινή εφημερίδα “Σκριπ”, ο ιδιοκτήτης και διευθυντής των “Αθηνών” Γεώργιος Πωπ, οι κατοπινοί καθηγητές του πανεπιστημίου Πολίτης και Μενάρδος, ο Ιωάννης Δαμβέργης, ο Νικόλαος Λάσκαρης, ο Γεώργιος Τσοκόπουλος, ο Γρηγόριος Ξενόπουλος και ο ζωγράφος Γεώργιος Ροϊλός ο οποίος και φιλοτέχνησε τον περίφημο πίνακα από το σαλόνι του Σουρή που παριστάνει τον Αριστομένη Προβελέγγιο να απαγγέλλει το έργο του “Νικηφόρος Φωκάς” παρουσία του Γεωργίου Σουρή, του Κωστή Παλαμά, του Ιωάννη Πολέμη, του Γεωργίου Στρατήγη και του Γεωργίου Δροσίνη. Ο πίνακας αυτός βρίσκεται στις αίθουσες του Φιλολογικού Συλλόγου “Παρνασσός”.
Στο σαλόνι του Σουρή, οι μόνιμοι επισκέπτες και φίλοι του ποιητή, πέραν των φιλολογικών και λογίων συζητήσεων, μετά τον καφέ και το γλυκό του κουταλιού (συνήθως βύσσινο) έπαιζαν συνήθως δημοπρασία, τόμπολα, χαρτιά, σκάκι και μάους.
Οποιοσδήποτε ξένος λόγιος ερχόταν στην Ελλάδα θεωρούσε καθήκον του να επισκεφθεί τον Σουρή και να γνωρίσει τους πνευματικούς ανθρώπους της χώρας. Κατά καιρούς πέρασαν από εκεί ο Γάλλος συγγραφέας Marcel Lami, ο Ιταλός φιλόλογος Tuniati, ο Γερμανός καθηγητής του Πανεπιστημίου του Βερολίνου Max Hochdorf, η γνωστή μεγάλη αοιδός βαρώνη Tisza, το ζεύγος των Γάλλων λογίων Leune που ήλθαν ως πολεμικοί ανταποκριτές της Illustration στους Βαλκανικούς πολέμους και πλήθος άλλων.
Το φιλολογικό σαλόνι του Σουρή» μετακόμιζε κατά τις πρώτες θερινές ημέρες κάθε χρόνου και έως την αρχή του φθινοπώρου στο κοσμικό προάστιο του Νέου Φαλήρου όπου ο ποιητής είχε αποκτήσει – κατόπιν δωρεάς – ένα δικό του ιδιόκτητο σπίτι, επί της οδού Θρασύβουλου Ζαΐμη παράλληλα με τις γραμμές του τραίνου. Οι διάφοροι λόγιοι φίλοι του ποιητή και θαμώνες του φιλολογικού του σαλονιού τον ακολουθούσαν και στο νέο Φάληρο, δημιουργώντας (λόγω της μεγάλης κοσμοσυρροής) τα λεγόμενα «Σουρέϊκα», στην πλατεία του θεάτρου του νέου Φαλήρου, πλησίον του σιδηροδρομικού σταθμού του Φαλήρου αλλά και στο πολυτελές ξενοδοχείον “Ακταίον” όπου μάλιστα έπεφταν μεγάλα φιλοδωρήματα στα γκαρσόνια προς εξασφάλιση μιας καλής θέσης κοντά στον Σουρή.
Κατηγορίες:Uncategorized