ΑΣΙΑ

Από την Άλμα Άτα των Ρώσων στο Αλμάτυ του Καζακστάν

Το κυκλοτερές Μέγαρο των Γάμων

Στην πολυεθνικη «Κόκκινη Μηλιά» του χανάτου της Κοκάνδης 

Σάββατο 4 Φεβρουαρίου 1854. Στους πρόποδες της μήκους 350 χιλιομέτρων οροσειράς Ίλλε Αλατάου, μεταξύ των ποταμών Μπολσάγια Αλματίνκα και Μαλάγια Αλματίνκα -Μεγάλου και Μικρού Αλματίνκα- κοντά στα σύνορα τoυ Χανάτου της Κοκάνδης και της Κινεζικής αυτοκρατορίας των Μαντσού, οι καινούργιοι κατακτητές της περιοχής, οι Ρώσοι του Νικολάου Α’ Ρομανώφ, χτίζουν ένα οχυρό  με ξύλινη περίφραξη. Χτίζεται στην τοποθεσία όπου έξι αιώνες νωρίτερα οι Μογγόλοι εισβολείς ισοπέδωσαν την πόλη Αλμάτου. Η κατασκευή του οχυρού ολοκληρώνεται το φθινόπωρο. Οι Ρώσοι του δίνουν το όνομα Ζηιλισκόι και έναν χρόνο αργότερα το μετονομάζουν σε Βιέρνιυ, δηλαδή «Πιστός».

Το κτήριο της Όπερας Αμπάι

Με την κατασκευή του πεντάγωνου οχυρού, του οποίου η μία πλευρά υψώνεται κατά μήκος του Μαλάγια Αλματίνκα και του οποίου η ξύλινη περίφραξη θα αντικατασταθεί αργότερα από πέτρινη, ξεκινά ουσιαστικά η σύγχρονη ιστορία της πόλεως η οποία το 1921, τρία χρόνια μετά την επιβολή του σοβιετικού καθεστώτος, θα πάρει την ρωσική ονομασία Άλμα Άτα. Έχουμε μια μάλλον ατυχή μετάφραση του καζακικού Αλμάτυ που σε ελεύθερη απόδοση θα πει Μηλεονότοπος κάτι που οφείλεται στους μηλεώνες, καθώς η ονομασία που θα δώσουν οι Ρώσοι σημαίνει επί λέξει «Πατέρας των Μήλων». Εν τέλει η πόλη, η οποία συνδέεται από πολλούς με τον θρύλο της Κόκκινης Μηλιάς, θα ονομαστεί επισήμως Αλμάτυ το 1993, δύο χρόνια μετά την ανεξαρτησία του Καζακστάν.

Στον σταθμό «Μπαϊκονούρ» του μετρό του Αλμάτυ.

Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου 1918. Έναν χρόνο μετά τον σχηματισμό τους, τα σοβιέτ της Τασκένδης καταλύουν την αυτονομία της Κοκάνδης που εκτείνεται στα μετέπειτα Κιργιζστάν, Ανατολικό Ουζμπεκιστάν, Τατζικιστάν και νοτιοανατολικό Καζακστάν. Έτσι, ξεσπά αρχικώς στο Βορρά του Τατζικιστάν και κατόπιν σε ολόκληρο το Ρωσικό Τουρκεστάν, το κίνημα Μπασμάχι, Εξέγερση των «Κλεφτών» επί λέξει στα ουζμπέκικα, ονομασία που δόθηκε υποτιμητικά για να αποτρέψουν οι αρχές νομιμοποίηση του κινήματος στην συνείδηση του πληθυσμού. Το κίνημα καταλήγει σε ένοπλη εξέγερση των μουσουλμανικών πληθυσμών της Κεντρικής Ασίας κατά των Ρώσων και ντόπιων Μπολεσβίκων η οποία θα διαρκέσει έως το 1934.

Ο πρασινωπός καθεδρικός της πόλεως.

Η αντίδραση των λαών του Τουρκεστάν δεν είναι αμιγώς πολιτική, αλλά σε μεγάλο ποσοστό εθνική και πολιτισμική. Έχει τις ρίζες του στα βίαια επεισόδια του 1916 όταν οι μουσουλμανικοί πληθυσμοί του Ρωσικού Τουρκεστάν, του οποίου τελευταίος κυβερνήτης ήταν ο υπουργός Πολέμου του τσάρου, Αλεξέι Κουροπάτκιν, αρνήθηκαν να καταταγούν στον αυτοκρατορικό στρατό και να λάβουν μέρος  στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το κίνημα περιλαμβάνει από αριστερούς μέχρι αντιδραστικούς υπέρμαχους της σαρίας και από εθνικιστές μέχρι παντουρκιστές. Για τους εξεγερμένους, τσαρικοί και μπολσεβίκοι είναι δύο όψεις του ρωσικού νομίσματος, καθώς τα σοβιέτ του Τουρκεστάν αποτελούνται σε μεγάλο ποσοστό από Ρώσους εγκατεστημένους στην Τασκένδη. Παρά τις νίκες του, ο Κόκκινος στρατός δεν καταφέρνει να καταβάλει πλήρως τον εξεγερμένο, κατά βάση αγροτικό, πληθυσμό και έτσι το σοβιετικό καθεστώς αναγκάζεται να αναπροσαρμόσει κάποια οικονομικά και διοικητικά σχέδια στην περιοχή, χωρίς πάντως να ανακοπεί η πολιτική κολεκτιβοποιήσεως και εκβιομηχανίσεως.

Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 1986. Έκπληκτη η παγκόσμια κοινή γνώμη πληροφορείται ότι πραγματοποιούνται ταραχές στην Σοβιετική Ένωση. Στην Άλμα-Άτα, ο κόσμος έχει ξεσηκωθεί μετά την απόφαση του Κρεμλίνου να ξηλώσει τον Καζακστανό πρώτο γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος Καζακστάν για να τον αντικαταστήσει με Ρώσο. Πέντε χρόνια πριν από την διάλυση της ΕΣΣΔ, έχουμε την πρώτη ισχυρή απόδειξη της αποτυχημένης πολιτικής εθνοτήτων στην Σοβιετική Ένωση.   

Αγιογράφηση στον καθεδρικό ναό

Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου 1991. Την 5η επέτειο των ταραχών του 1986, το Καζακστάν γίνεται η τελευταία χώρα που αποχωρεί από την ΕΣΣΔ ανακηρυσσόμενο ανεξάρτητο κράτος με πρώτο πρόεδρο τον Νουρσουλτάν Ναζαρμπάγιεφ.

Τρίτη 10 Οκτωβρίου 2017. Μετά από ολονύκτιο σιδηροδρομικό ταξίδι που ξεκίνησα χθες στις 22:01 από το Τσύμκεντ του Καζακστάν όπου πρόεδρος είναι ακόμη ο Ναζαρμπάγιεφ, στις 09:15 το τραίνο φθάνει στον σταθμό ‘Αλμα-Άτα – 1 και στις 09:31 βρίσκομαι επιτέλους, μετά από 11 ώρες, στον Άλμα-Άτα – 2 όπου αποβιβάζομαι. Ο σταθμός είναι πραγματικό αρχιτεκτονικό στολίδι. Δυστυχώς, αρχιτέκτονες, μηχανικοί και σχεδιαστές του, δολοφονήθηκαν από το σταλινικό καθεστώς την περίοδο των διώξεων 1936-1938, όπως ο ακτιβιστής και διανοούμενος μηχανικός σιδηροδρόμων του σταθμού, Μουκαμετζιάν Τυνυσμπαγιούλυ ή Τυνιεσπάεφ στην εκρωσισθείσα εκδοχή του επωνύμου, ο οποίος εκτελέστηκε, πιθανότατα στις 20η Απριλίου 1938 στην Τασκένδη.  

Έξω από τον σταθμό, στην πλατεία, στήθηκε το 1972 άγαλμα του πρώτου επίσημου αρχηγού του σοβιετικού κράτους, του Ρώσου προέδρου της Κεντρικής Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΣΣΔ μεταξύ 1922 και 1938,  Μιχαήλ Καλίνιν. Φαντάζομαι πως ο Ρώσος αχυράνθρωπος του Στάλιν δεν θα ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής στο Αλμάτυ, τουλάχιστον όχι όσο είναι ακόμη και σήμερα ο  Αμπάι Κουνανμπάγιουλι, του οποίο το άγαλμα προϋπήρχε έξω από τον σταθμό. Το άγαλμα του Καλίνιν γκρεμίστηκε το 1992. Ο Αμπάι, αντίθετα, χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης, ως ποιητής, φιλόσοφος και θεολόγος του Ματουριδισμού, κλάδου του σουνιτικού Ισλάμ, ο οποίος επιχείρησε στο δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα να συγκεράσει ένα διαφωτισμένο Ισλάμ με Ρωσικές και δυτικοευρωπαϊκές αξίες. ‘Εγινε μέτοχος και του ισλαμικού πολιτισμού, καθώς μαθήτευσε σε ισλαμικό ιεροδιδασκαλείο, και του ρωσικού αφού σπούδασε σε ρωσικό γυμνάσιο στο Σεμιπαλατίνσκ, ενώ επηρεάστηκε από τον Ρώσο «ποιητή του Καυκάσου» Μιχαήλ Λέρμοντοφ και τον Αλεξάντρ Πούσκιν. Σήμερα η ποίησή του αποτελεί έμπνευση για τους διανοούμενους, στοχαστές και θεολόγους του Καζακστάν.

Με φόντο τοιχογραφία στο Αλμάτυ που συνδυάζει την σοβιετική άποψη με την καζάκικο παράδοση.

Αφήνω τις αποσκευές στο ξενοδοχείο και μετά την 1 μμ ξεκινώ την περιήγησή μου στο Αλμάτυ. Πρώτο αξιοθέατο που συναντώ κατεβαίνοντας την λεωφόρο Αμπάι είναι το Θέατρο Αγιέζοφ, από το όνομα του γεννημένου στην Καζακστανή Σιβηρία συγγραφέα Μουκτάρ Αγιέζοφ .Όπως και ο Αμπάι, ήταν γνώστης και του αραβομουσουλμανικού πολιτισμού αφού σπούδασε σε ισλαμικό ιεροδιδασκαλείο και έμαθε αραβικά, αλλά και της ρωσικής κουλτούρας αφού σπούδασε σε ρωσικό σχολείο στο Σεμιπαλατίνσκ και αργότερα φιλολογία στο πανεπιστήμιο του Λένινγκραντ. 

Φολκλορικές τοιχογραφίες στο Μέγαρο των Γάμων

Στρίβω αριστερά στην Μουκάνωφ και συναντώ την οδό Κουρμάνγκαζυ  που κατεβαίνει δεξιά προς το ποτάμι  θαυμάζοντας τον κήπο του θεάτρου. Λίγο αργότερα συναντώ το κυκλοτερές Μέγαρο των Γαμήλιων Δεξιώσεων που σχεδίασε σε συνεργασία με τους Α. Λέππικ και Ν. Οραζυμπέτοφ ο επιφανής Καζακστανός αρχιτέκτονας Μαλμπαγκάρ Μεντικούλοφ, ο οποίος ενσωμάτωσε το 1971 στοιχεία της καζάκικης λαϊκής παραδόσεως ως «απάντηση» στον σοβιετικό μοντερνισμό της εποχής.

Ο σταθμός Άλμα-Άτα 2

Ενώ οι γάμοι τελούνταν την προσοβιετική εποχή παραδοσιακά, με συμβόλαια και εορτασμούς που διαρκούσαν ακόμη και εβδομάδες, ήλθαν στην σοβιετική εποχή τα Μέγαρα των Γάμων για απλές τελετές που ήταν και μέσο κοινωνικής επιδείξεως. Ωστόσο στο Καζακστάν διατηρήθηκε μέρος της παραδόσεως με τα ψηφιδωτά, τις νωπογραφίες και τοιχογραφίες με τα έντονα χρώματα στο μέγαρο. Αλλά και γενικά οι τοιχογραφίες στο πολυεθνικό Αλμάτυ, χάρη στην συμβολή εθνοτήτων της παλιάς κοσμοπολίτικης πόλεως, Γερμανών, Εβραίων, Αρμένιων, Κορεατών, και βεβαίως Ρώσων και Καζάκων, έχουν «φολκλορικά» θέματα, από νομαδική ζωή και παραδοσιακές ενδυμασίες μέχρι κοσμοναύτες (στο Καζακστάν ιδρύθηκε το κοσμοδρόμιο του Μπαϊκονούρ) όντας χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από την Μόσχα που επέβαλε μέχρι ανίας επαναλαμβανόμενα σφυροδρέπανα. Χωρίς αυτό να σημαίνει πως οι τοιχογραφίες εδώ δεν υπάκουγαν στην σοβιετική άποψη πως η τέχνη δεν ανήκει στις «ελίτ» αλλά είναι ορατή -πάνω σε τεράστιες τσιμεντένιες επιφάνειες- στα πλήθη προπαγανδίζοντας πολιτικές υγείας, εκπαιδεύσεως παραγωγής, οικογένειας.

Το Θέατρο Αγιέζοφ

Λίγο μετά τις 6 μμ βλέπω τον καθεδρικό ναό, ιδιαίτερη αισθητικά εκκλησία με έντονα πράσινο χρώμα που μου θυμίζει την πρόσοψη των Χειμερινών Ανακτόρων και την Αψίδα Νάρβα της Αγιοπετρούπολης. Με την άφιξη των Ρώσων συνέρρευσε σε μια κατά βάση μουσουλμανική περιοχή και ο Χριστιανισμός. Το 1871 ιδρύθηκε στην πόλη, όταν ακόμη ονομαζόταν Βιέρνιυ, η πρώτη ρωσορθόδοξη μητρόπολη Κεντρικής Ασίας προτού μεταφερθεί το 1916 η έδρα της στην Τασκένδη όπου είχαν μεταναστεύσει πολλοί Ρώσοι και Ουκρανοί με την δημιουργία το 1906 του Υπεραράλιου Σιδηρόδρομου που συνέδεσε το Όρενμπουργκ με την σημερινή πρωτεύουσα του Ουζμπεκιστάν. Ειδικά μετά την αγροτική και διοικητική μεταρρύθμιση του 1906-1912 του Ρώσου υπουργού Εσωτερικών Πετρ Στολύπιν έφθασαν μισό εκατομμύριο Ουκρανοί και Ρώσοι αγρότες ενω συνολικά συνέρρευσαν ως την Οκτωβριανή Επανάσταση στο Καζακστάν σχεδόν ένα εκατομμύριο Σλάβοι, σε αναλογία Ουκρανών – Ρώσων 83 – 17.

Τετάρτη 1 Οκτωβρίου 2017. Συνεχίζοντας την περιήγηση, επισκέπτομαι το Κτήριο της Όπερας Αμπάι η οποία λειτούργησε το 1941. Ιδρυτής και πρώτος διευθυντής της ήταν ο Ρώσος συνθέτης Γεβγκένι Μπρουσιλόφσκι  που το 1933 εγκαταστάθηκε στο Καζακστάν, συνθέτοντας την πρώτη όπερα της χώρας  και συγγράφοντας την μουσική για τον ύμνο της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Καζακστάν.

Παίρνω το μετρό και κατεβαίνω στο σταθμό Μπαϊκονούρ. Έτσι ονομάζεται η πόλη που βρίσκεται στο έδαφος του Καζακστάν αλλά ανήκει στους Ρώσους οι οποίοι λειτουργούν εδώ κοσμοδρόμιο.

Το άγαλμα της Αυγής της Ελευθερίας ανηγέρθη στα 20χρονα της  Τζελτοκσάν, της εξέγερσης του Δεκεμβρίου του 1986 όταν οι πολίτες της ‘Αλμα-Άτα ξεσηκώθηκαν κατά της απόφασης του Κρεμλίνου να ξηλώσει τον Καζακστανό πρώτο γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος Καζακστάν για να τον αντικαταστήσει με Ρώσο.

Ρωσόφωνος Τύπος

Περνώντας από ένα περίπτερο παρατηρώ τις εφημερίδες. Πολλά κρεμασμένα φύλλα είναι της «Καραβάν», τοπικής ρωσόφωνης εφημερίδος η οποία πουλάει σε μία πόλη 1,7 εκατομμυρίου,  με ρωσικό το 25% του πληθυσμού, σχεδόν το ένα εικοστό πέμπτο της Ελλάδας, πάνω από 200.000 φύλλα. Σύγκριση για να μελαγχολείς. Άλλες ρωσόφωνες εφημερίδες είναι η Βρένυα, η Βερτσένιι Αλμάτυ και η σχεδόν αιωνόβια  Καζακστάνσκαγια Πράβντα. Δεν αποκλείεται να την διάβαζε ο Τρότσκι όταν εξορίστηκε εδώ πριν από 89 χρόνια,  όταν η πόλη ονομαζόταν Άλμα-Άτα. Σκέφτομαι πως σε άλλους Ρώσους θα  ήταν ευχάριστο και σε άλλους δυσάρεστο να ζεις σε μια «Μικρή Ρωσία» 4.000 χιλιόμετρα ή 80 ώρες με το τραίνο μακριά από την Μόσχα.

 

 

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s