Το μεγαλύτερο πάρκο στο Τόκιο με τις 800 ανθισμένες κερασιές, μουσεία και τη σύγχρονη καθημερινότητα
Ένα σχήμα που συνηθίζουν να δίνουν σε μεγάλα κτηριακά συγκροτήματα Ευρωπαίοι και Αμερικανοί αρχιτέκτονες είναι και το «L». Δύο παραλληλεπίπεδα κτήρια ενώνονται σχηματίζοντας ορθή γωνία, ώστε ο κενός χώρος να χρησιμεύει ως πάρκιν, κήπος, εκθετήριο και άλλες χρήσεις. Το ίδιο σχήμα συναντάμε και στην Ιαπωνία, μόνο που στη Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου το «L» δεν εξυπηρετεί απλώς λειτουργικές ανάγκες ή αισθητικές αναζητήσεις, αλλά υπακούει και πανάρχαιες αποκρυφιστικές παραδόσεις.
Οι Ιάπωνες έχουν τον όρο «κιμόν» που στο «ονμιοντό», την εσωτερική τους κοσμολογία, σημαίνει «Πύλη του Δαίμονος». Αυτή πιστεύεται ότι «βλέπει» στα βορειοανατολικά και το «ουσιτόρα», το σημείο που καταλαμβάνουν στον ουράνιο θόλο οι αστερισμοί του Βούβαλου και της Τίγρης. Έτσι, κάποιοι αρχιτέκτονες έχτιζαν κτήρια που έβλεπαν προς αυτή την κατεύθυνση για αποτροπαϊκούς λόγους, να αποτρέπουν την εισβολή του Κακού από την «Πύλη του Δαίμονος». Με αυτή τη λογική κατασκευάστηκαν τον 8ο αιώνα το μοναστήρι Ενριάκου-τζι στην κορυφή του Χιέι που εποπτεύει το Κυότο και ο ναός Κανέι-τζι τον 17ο αιώνα στο Τόκιο, του οποίου το συγκρότημα περιείχε περισσότερα από τριάντα κτήρια.
Ο Κανέι-τζι έβλεπε στα βορειοανατολικά την «Πύλη του Δαίμονος» για να προστατεύει το Κάστρο Τσιγιόντα ή Κάστρο του Έντο όπως ονομαζόταν παλιότερα το Τόκυο. Στις 4 Ιουλίου 1868, στη «Μάχη του Ουένο», οι Σογκιτάι, η ελίτ του σογκουνάτου, των στρατιωτικών που κυβερνούσαν δικτατορικά από το 1185, ηττήθηκαν από τον αυτοκρατορικό στρατό που διέθετε ισχυρότερο αμερικανικό και βρετανικό οπλισμό και που εισήλθε από την Κουρομόν, τη «Μαύρη Πύλη». Ο Κανέι-τζι τυλίχτηκε στις φλόγες και χιλιάδες κτήρια ισοπεδώθηκαν.
Το πεδίο της μάχης το καταλαμβάνει σήμερα το πάρκο Ουένο, το μεγαλύτερο του Τόκυο. Παρότι η ιαπωνική πρωτεύουσα προσφέρει πλήθος αξιοθέατων που δεν εξαντλούνται σε μία και δύο επισκέψεις, όσες φορές ταξίδεψα στο Τόκυο, το Ουένο βρισκόταν στο πρόγραμμά μου αφού το ταυτίσει με την πόλη. Αλλά και οι ίδιοι οι Ιάπωνες, όταν ακούνε για ανθισμένες κερασιές, αυτό το υπέροχο, σχεδόν «μαγικό» θέαμα που προσφέρει η ιαπωνική φύση κάθε άνοιξη, συχνά σκέπτονται το Ουένο. Δεν είναι τυχαίο ότι όποιον ντόπιο και να ρωτήσει ένας ξένος πότε είναι η καλύτερη εποχή να επισκεφτεί την Ιαπωνία, συνήθως δεν του απαντά με ένα σκέτο «την άνοιξη», αλλά «την άνοιξη που ανθίζουν οι κερασιές». Και το θέαμα των 800 Σομέι γιοσίνο -όπως ονομάζονται οι κερασιές- του Ουένο, πέραν των χιλιάδων άλλων δένδρων του, «κόβει την ανάσα», τις ημέρες του «Χανάμι», του φεστιβάλ της ανθισμένης κερασιάς όταν το πάρκο φωτίζεται αργά το απόγευμα από χίλια φανάρια.
Από το συγκρότημα του σογκουνάτου έχει απομείνει ελάχιστα ίχνη. Μεταξύ αυτών μια πενταώροφη παγόδα.
Παρά το αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον της, εξίσου δημοφιλής για τους τουρίστες είναι το Τοσό-γκου μέσα στο πάρκο. Τοσό-γκου υπάρχουν αρκετά στην Ιαπωνία, με κυριότερο του Νίκο και ακολούθως του Ουένο και είναι αφιερωμένα στον Τοκουγκάβα, τον σογκούν που ίδρυσε το ομώνυμο σογκουνάτο το οποίο κυβέρνησε τη χώρα από το 1600 όταν ο Ανατολικός Στρατός συνέτριψε στη Μάχη της Σεκιγκαχάρα, πόλη κοντά στη Ναγκόγια που αριθμεί 8.000 κατοίκους, τον Δυτικό Στρατό και εκτέλεσε τους ηγέτες του έως την Αποκατάσταση του Μεϊτζί το 1868.
Κυριότερος προορισμός όσων ξένων επισκέπτονται το Ουένο είναι το Εθνικό Μουσείο του Τόκυο, από τα μεγαλύτερα στον κόσμο.
Εκθέματα αρχαίας και σύγχρονης ιαπωνικής τέχνης, συλλογές για την Ιεροτελεστία του Τσαγιού, πανοπλίες σαμουράι, μάσκες θεάτρου Νο και Καμπούκι, κομψοτεχνήματα ασιατικής και ελληνοβουδιστικής τέχνης με σκηνές από γιορτές του τρύγου, αλλά και πήλινα σκεύη του 10.000 π.Χ., τα παλιότερα παγκοσμίως, είναι μερικές μόνο από τις συναρπαστικές «ατραξιόν» του μουσείου του 1872.

Η μαύρη οροφή ονομάζεται Κασάγκι, το ακριβώς από κάτω της πορτοκαλί δοκάρι ονομάζεται Σιμάκι, η μικρή κολώνα στην κορυφή ανάμεσα στα δύο οριζόντια δοκάρια,το Σιμάκι από πάνω και το Νούκι απόκάτω (το οποίο «δένει» την κατασκευή) λέγεται Κακουζούκα, οι δύο κολώνες Χασίρα, ενώ οι πρόσθετες γωνίες στην συμβολή των Χασίρα και των Νούκι, είναι οι Κουσάμπι. Το έθιμο επιβάλλει να περνούν οι περαστικοί από τις τόριι κοντά στις κολώνες, τις Χασίρα, καθώς μόνο τα πνεύματα δικαιούνται να τις περνούν από το κέντρο τους.
Αξιοθεάτο που δείχνει τις επιδράσεις μιας παράδοσης σε μια άλλη στην ασιατική ήπειρο, είναι ο ναός της Μπενζάιτεν. Αυτή δεν είναι άλλη από τη θεά του ινδουισμού Σαρασβάτι. Οι Άριοι ή Ινδοευρωπαίοι εισέβαλαν περί το 1500 π.Χ. στην Ινδία. Εκεί επέβαλαν τους δικούς τους θεούς, μεταξύ των οποίων και η θεά των τεχνών, της γνώσης και της σοφίας Σαρασβάτι. Όταν εμφανίστηκε ο βουδισμός, δανείστηκε πολλά στοιχεία από τον ινδουισμό, όπως η Σαρασβάτι. Όταν οι Κινέζοι εξήγαγαν τον βουδισμό στους Ιάπωνες, οι τελευταίοι «δανείστηκαν» και τη Σαρασβάτι που έγινε η θεά Μπενζάιτεν, λατρευόμενη όμως και από μια τέταρτη θρησκεία (μετά τους θεούς των ουράνιων φαινομένων των Αρίων, τον ινδουισμό και τον βουδισμό), την «εθνική» θρησκεία των Ιαπώνων, το σίντο.
Ο ναός βρίσκεται σε μια νησίδα στην λίμνη Σινομπάζου, η οποία χωρίζεται σε τρία τμήματα που δείχνουν και τι βλέπει κάποιος σε αυτά: Λίμνη των Λωτών, Λίμνη των Βαρκών και Λίμνη των Κορμοράνων.
Ουένο όμως δεν είναι μόνο κερασιές, παραδόσεις, Ιστορία, μουσεία, αλλά και σύγχρονη καθημερινότητα. Περισσότερες από δέκα γραμμές περνούν από τον σιδηροδρομικό και τον σταθμό μετρό που βρίσκονται δίπλα και τις ώρες αιχμής η κίνηση είναι διαρκής.
Γι’ αυτό αξίζει να εκτιμηθεί η ησυχία που επικρατεί στο πάρκο, σε αντίθεση με την πολύβουη αυτή συνοικία του εργατόκοσμου των Τοκιόκο ή Εντόκο (από την παλιά ονομασία της πόλης Έντο) όπως ονομάζονται οι κάτοικοι του Τόκυο και που περιέργως, παρότι πρόκειται για τους πρωτευουσιάνους της τρίτης παγκόσμιας οικονομικής δύναμης, δεν έχει ακόμη καθιερωθεί κάποιο δημωνύμιό τους στην Ελλάδα.
Κατηγορίες:ΑΣΙΑ