
Ένα απέραντο δάσος από «πληγωμένα» κτήρια στην Βηρυτό μετά από τον 15ετή εμφύλιο
Κυριακή 13 Απριλίου 1975, ώρα 10 το πρωί. Στην νεόδμητη εκκλησία της Νοτρ Νταμ ντε λα Ντελιβράνς, στην μαρωνίτικη συνοικία Aΐν ελ-Ραμάνε της Ανατολικής Βηρυτού, έχουν συγκεντρωθεί οι καλεσμένοι μιας οικογένειας Χριστιανών Μαρωνιτών που βαφτίζουν το παιδί τους. Μεταξύ των καλεσμένων βρίσκεται και ένας 70χρονος φαρμακοποιός. Πρόκειται για τον Πιερ Τζεμαγιέλ, αρχηγό του ακροδεξιού κόμματος Καταέμπ που ίδρυσε ο ίδιος το 1936, την χρονιά που είχε λάβει μέρος στους Ολυμπιακούς του Βερολίνου ως αρχηγός της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου του Λιβάνου. Το κόμμα αυτό είναι ευρύτερα γνωστό ως «Φαλαγγίτες».
Σε ένα ενδυματολογικό κοντράστ με την γιορτινή αμφίεση των καλεσμένων, ένστολοι, ρυθμίζουν έξω απ΄την εκκλησία την κυκλοφορία δίκην τροχονόμων, καθώς λόγω της προσέλευσης έχει προκληθεί μεγάλη κίνηση. Είναι Φαλαγγίτες της χριστιανικής πολιτοφυλακής Καταέμπ, του ένοπλου τμήματος του κόμματος του Πιερ Τζεμαγιέλ.
Κανείς δεν μπορεί αυτήν την στιγμή να φανταστεί πώς μια βάπτιση μπορεί να εξελιχθεί σε λίγο σε μια πρωτοφανή μακρόχρονη εθνική τραγωδία.

Στις 10:30 περνά μπροστά από τον ναό ένα λεωφορείο το οποίο μεταφέρει άλλη ομάδα ενόπλων, τους «φενταγίν» όπως ονομάζονται οι ένοπλοι της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης. Παρότι δέχονται νοήματα και οδηγίες να αλλάξουν πορεία, αυτοί αρνούνται να παρεκκλίνουν της διαδρομής τους και επιμένουν να περάσουν μπροστά από την εκκλησία. Οι Φαλλαγίτες προσπαθούν να τους εμποδίσουν και ακολουθεί συμπλοκή. Καθώς έχουν συσσωρευτεί εντάσεις και μίση δεκαετιών,το κακό δεν θέλει πολύ να συμβεί. Για το αιματηρό περιστατικό που θα ακολουθήσει ίσως να μην μάθουμε ποτέ τις ακριβείς, πλην καθοριστικές λεπτομέρειες. Σύμφωνα με την κυρίαρχη εκδοχή, μετά από έναν αθέλητο πυροβολισμό σκοτώνεται ο οδηγός του οχήματος της ΟΑΠ. Τα αίματα ανάβουν και ακολούθως σκοτώνονται και οι 27 επιβάτες του λεωφορείου. Για χρόνια θα προκύψουν αρκετές αποκλίνουσες θεωρίες για το τι πραγματικά συνέβη. Ότι οι Παλαιστίνιοι δεν ήταν Παλαιστίνιοι αλλά Σύροι εθνικιστές, ότι οι Φαλαγγίτες δεν ήταν Φαλλαγίτες αλλά παραστρατιωτικοί του κεντροδεξιού φιλελεύθερου κόμματος του πρώην προέδρου της χώρας Καμίλ Σαμούν, ή ότι οι φενταγίν δεν ήταν φενταγίν, αλλά απλοί νοικοκυραίοι που βρέθηκαν την λάθος στιγμή στον λάθος τόπο. Σύμφωνα με ανταπόκριση του BBC όλα ξεκίνησαν όταν τζιπ με Παλαιστίνιους παραστρατιωτικούς που συνόδευε το λεωφορείο άνοιξε πυρ κατά των προσκεκλημένων στην εκκλησία. «Αλλοι μάρτυρες λένε πάλι ότι οι Παλαιστίνιοι πυροβόλησαν πρώτοι σκοτώνοντας 4 Φαλαγγίτες, τον Ζοζέφ Αμπού Ασσί ο οποίος ήταν αυτός που βάφτισε το παιδί του και τρεις σωματοφύλακές του, τους Αντουάν Χουσεϊνί, Ντιμπ Ασσάφ και Σελμάν Ιμπραήμ Αμπού.
Πολλοί λένε πως οι Παλαιστίνιοι επέστρεφαν από πολιτική συγκέντρωση του Λαϊκού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης στο Τελ αλ-Ζάταρ και πέρασαν από το Αΐν ελ-Ραμάνε για να φθάσουν στο στρατόπεδο προσφύγων της Σάμπρα.
Όποια όμως εκδοχή και αν δεχτούμε, το αποτέλεσμα δεν θα αλλάξει και οι εξελίξεις θα οδηγήσουν σε τραγωδία. Ακολουθούν συγκρούσεις μεταξύ ΟΑΠ και Καταέμπ στο κέντρο της πόλεωςς οι οποίες γενικεύονται. Η ημέρα θα μείνει γνωστή ως «Μαύρη Κυριακή» ή «Σφαγή του Λεωφορείου» σηματοδοτώντας την έναρξη του Λιβανικού Εμφυλίου Πολέμου. Ακολούθως επανδρώνονται πολιτοφυλακές οι οποίες υποκαθιστούν την πολιτεία, η πρωτεύουσα διχοτομείται και ξεσπά ένα πολύχρονο λουτρό αίματος από το οποίο δεν θα γλιτώσουν ούτε οι άμαχοι.
Σάββατο 13 Οκτωβρίου 1990. Ακριβώς 15 χρόνια και 6 μήνες μετά την «Σφαγή του Λεωφορείου» ο Εμφύλιος Πόλεμος του Λιβάνου τερματίζεται με αιματοχυσία η οποία θα μείνει γνωστή ως «Σφαγή της 13ης Οκτωβρίου».
Η ειρήνευση επιβάλλεται με αίμα από τους Σύρους οι οποίοι ανατρέπουν τον 28ο Λιβανέζο πρωθυπουργό Μισέλ Αούν εγκαθιστώντας προσωρινά τον Σελίμ Χος ο οποίος δύο μήνες αργότερα παραδίδει στον 29ο πρωθυπουργό Ομάρ Καράμι.
Η λήξη του εμφυλιου βρίσκει 200.000 ανθρώπους νεκρούς και 1,1 εκατομμύριο πρόσφυγες.
Τετάρτη 16 Αυγούστου 2000. Αφήνω την Κοιλάδα Μπεκάα, κατευθυνόμενος προς τα δυτικά και τη Μεσόγειο. Σε όλη την διαδρομή από Μπαλμπέκ μέχρι Βηρυτό, δύο εικόνες κυριαρχούν. Η μία είναι το πλήθος αφισσών και προεκλογικών πανώ. Σε 11 ημέρες διεξάγονται βουλευτικές εκλογές. Ισχυροί πολιτικοί πόλοι είναι η Χεζμπολάχ του Χασάν Νασράλλα, το σιιτικό Κίνημα Αμάλ του Ναμπί Μπέρι, το Προοδευτικό Σοσιαλιστικό Κόμμα του Ουαλίντ Τζουμπλάτ και το προσωποπαγές κόμμα του τέως πρωθυπουργού και ενός εκ των τεσσάρων πλουσιοτέρων πολιτικών στον κόσμο, του Λιβανοσαουδάραβα μεγαλοκατασκευαστή Ραφίκ Χαρίρι ο οποίος είναι αυτός που θα επανέλθει εν τέλει στην εξουσία μετά την διετή παρένθεση του Σελίμ Χος. Η δεύτερη κυρίαρχη εικόνα που μου κάνει εντύπωση είναι τα αμετρητα βομβαρδισμένα κτήρια.
Μερικά από τα πιο κομψά και αρχιτεκτονικά υπέροχα κτήρια της κοσμοπολίτικης Βηρυτού βομβαρδίστηκαν στον λεγόμενο «Πόλεμο των Ξενοδοχείων που διήρκεσε επί 23 εβδομάδες, μεταξύ 23 Οκτωβρίου 1975 και 2 Απριλίου 1976. Το πεντάστερο Φοινίκη Ιντερκοντινένταλ που σχεδίασε ο διάσημος για το ΜΟΜΑ της Νέας Υόρκης και την Αμερικανική πρεσβεία στο Νέο Δελχί Έντουαρντ Ντάρελλ Στόουν, ακριβώς δίπλα του το 26ώροφο Χόλινταιυ Ινν που πρόλαβε να λειτουργήσει μόλις ένα χρόνο πριν ξεσπάσει ο εμφύλιος, το Σαιν Ζωρζ επί της παραλιακής που σχεδίασε ο πρωτοπόρος Γάλλος αρχιτέκτονας Ωγκύστ Περρέ το 1920 , το Μελκάρ, το Αλκασάρ, το Παλμ Μπητς, το Εξέλσιορ και το Νορμαντύ είναι μερικά από τα εμβληματικά ξενοδοχεία του «Παρισιού της Ανατολής», στα βορειοδυτικά της κεντρικής Βηρυτού τα οποία κατελήφθησαν από τις αντιμαχόμενες πλευρές μαζί με τα δύο υψηλότερα κτήρια της πόλης, τον ημιτελή 30ώροφο Πύργο Μουρρ και τον Πύργο Ρισκ προκειμένου να τα μετατρέψουν σε ορμητήρια ελεύθερων σκοπευτών και εκτοξευτήρων ρουκετών από τις οροφές και τα δωμάτιά τους.
Η «Μάχη των Ξενοδοχείων» είχε ως αποτέλεσμα να σκοτωθούν 700 άνθρωποι και να ξεσπιτωθούν οι Χριστιανοί από την Δυτική Βηρυτό. Πρώτο θύμα αυτού του ιδιότυπου πολέμου ήταν το Ώστριαν Μυρτόμ Χάουζ» («Μυρ-Τομ», από τα ονόματα Μύριαμ και Τόμας των εβραϊκής καταγωγής αρχικών ιδιοκτητών του) ενός 48χρονου Βιεννέζου με μυθιστορηματικό βίο, του Χανς Μάσεκ, το οποίο το έκαψαν οι Μουσουλμάνοι μετά από τσακωμό ενός σερβιτόρου και ενός Νασερικού παραστρατιωτικού, με τρεις διπλωμάτες θαμώνες του να συλλαμβάνονται όμηροι.
Άλλο κτήριο που υπέστη ζημίες στον εμφύλιο ήταν το Εθνικό Μουσείο. Αν και αποπερατώθηκε το 1937, λόγω της ανώμαλης πολιτικής κατάστασης, εγκαινιάστηκε στις 27 Μαΐου 1942. H κακοτυχία του έγκειτο στο ότι ο δρόμος μπροστά του απετέλεσε διαχωριστική γραμμή της διχοτομημένης Βηρυτού. Η περίμετρός του ναρκοθετήθηκε και ολόγυρα στήθηκαν χαρακώματα και οδοφράγματα, με Λιβανέζους, Σύρους και Ισραηλινούς ένοπλους να ελέγχουν το πέρασμα στην περιοχή.
Και μπορεί μεν οι υπεύθυνοι του μουσείου να προφύλαξαν τα τα αξιοθέατα κρύβοντάς τα με κίνδυνο της ζωής τους εν μέσω βομβαρδισμών κι οδομαχιών ολόγυρα στα υπόγεια (αν και κάποια εκθέματα και αρχειακό υλικό είτε κατατράφηκαν είτε «μυστηριωδώς» βρέθηκαν σε τουρκικά μουσεία), όμως η πρόσοψη καταστράφηκε από σφαίρες και οβίδες, και με κρατήρες από νάρκες ολόγυρα. Εν τέλει επαναλειτούργησε στις 25 Νοεμβρίου 1997.
Αργά το απόγευμα βγαίνω για βόλτα στην παραλιακή. Ουκ ολίγα είναι τα κτήρια με «πληγές» του εμφυλίου εμφανείς στην πρόσοψή τους. Από το πρωί που άφησα το Μπαλμπέκ περνώντας από το Ζάχλε το οποίο επίσης υπέφερε στο εμφύλιο, έχω μετρήσει εκατοντάδες κτήρια με πληγές ενός πολέμου που ονομάστηκε «εμφύλιος» παρότι συμμετείχαν Λιβανέζοι, Παλαιστίνιοι, Σύροι και Ισραηλινοί. Δημόσια κτήρια πολυκατοικίες, γραφεία. Σε αρκετά από αυτά, οι τρύπες και τα χαλάσματα από τις σφαίρες και τις οβίδες δεν στέκονται ικανές να κρύψουν μια απαράμιλλης κομψότητας αρχιτεκτονική που συνετέλεσε και αυτή τα μάλα για την ονομασία «Παρίσι της Ανατολής» που πήρε η πόλη. Όσες φορές και να δει κάποιος ένα τέτοιο θέαμα, η εικόνα δεν συνηθίζεται.
Ξαφνικά, η λιακάδα και οι παρέες, τα ζευγάρια και οι ομάδες παιδιών που περπατούν με φόντο το μπλε της Μεσογείου, μου φέρνουν στο μυαλό ένα τραγούδι που απέδωσε ενώπιον 50.000 κόσμου σε μια υποβλητική ατμόσφαιρα το 1994 στην Πλατεία Μαρτύρων με την μοναδική βελούδινη μελαγχολική φωνή της η Φαϊρούζ, πάνω σε μια μελωδία του Ζοζέφ Κοσμά του 1945, το «Λι Μπεϊρούτ». Πολλοί είπαν τότε πως εκείνη την στιγμή η κανονικότητα επέστρεψε στην χώρα.
«Χαιρετισμούς μέσα από την καρδιά μου στην Βηρυτό. Φιλιά στην θάλασσα και τα σύννεφα. Στον βράχο που μοιάζει με το πρόσωπο ενός γέρου ναυτικού. Στην πόλη την καμωμένη από την ψυχή των ανθρώπων της, από κρασί, από τον ιδρώτα τους, από ψωμί και γιασεμί. Πώς έφτασε λοιπόν να ‘χει γεύση φωτιάς και κάπνας;».
Κατηγορίες:ΑΣΙΑ