
Η Μαργαρίτα Πούεβα γεννήθηκε το 1950 στο Πέρνικ, μια πόλη 20 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Σόφιας όπου σύμφωνα με τον Θουκυδίδη ζούσαν στην αρχαιότητα οι Αγρίανες, μία από τις φυλές των Παιόνων.
Από τα 18 της έως τα 25 της χρόνια παρακολούθησε την Ακαδημία Καλών Τεχνών στο Βέλικο Τάρνοβο. Το 1991 άρχισε να εργάζεται στη Γερμανία και το 2003 άνοιξε την Γκαλερί Πούεβα στο Ντίσελντορφ.
Τα περισσότερα έργα της Πούεβα είναι κατασκευασμένα από χαλκό και ξύλο, συχνά συναρμολογημένα σε ένα ενιαίο γλυπτό με το ξύλο επιζωγραφισμένο.
Σύνηθες θέμα των έργων της είναι η ανθρώπινη μορφή. Οι άνθρωποι που απεικονίζονται είναι γενικά εσωστρεφείς, παθητικοί και ευάλωτοι με εκφράσεις προσώπου που θυμίζουν εκείνες των αγίων όπως απεικονίζονται στην ορθόδοξη αγιογραφία. Άλλες φορές πάλι, αντανακλούν μια διάθεση παρόμοια με εκείνην που αποτυπώνεται στις πρωτόγονες αφρικανικές μάσκες. Η Μαργαρίτα Πούεβα καταφέρνει να αντλεί έμπνευση από πολλές και διαφορετικές μεταξύ τους πηγές, όπως από τον Μεσαίωνα, από τα γλυπτά των θρησκευτικών θεμάτων αλλά και από την πρωτόγονη Αφρικανική τέχνη.
Τα έργα της Πούεβα εκτίθενται στην Εθνική Πινακοθήκη της Σόφιας, στο Μουσείο Πούσκιν στη Μόσχα, στην Πινακοθήκη Καλών Τεχνών στη Δρέσδη, καθώς και σε πινακοθήκες και ιδιωτικές συλλογές σε Βουλγαρία, Βέλγιο, Γερμανία, Κίνα, Γαλλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Χονγκ Κονγκ , Ιταλία, Ισραήλ, Ιαπωνία, Κουβέιτ, Ολλανδία, Ρωσία, Ουγγαρία, ΗΠΑ, Βατικανό και Βενεζουέλα. Μέχρι στιγμής, τα έργα της έχουν εκτεθεί σε 32 ατομικές εκθέσεις και 62 ομαδικές εκθέσεις στη Βουλγαρία, τη Γερμανία, την Κίνα, τη Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ιταλία, τη Ρωσία, την Ισπανία, τη Συρία, τις ΗΠΑ. Κατά τη διάρκεια της καριέρας της κέρδισε πολυάριθμους διεθνείς διαγωνισμούς και συμπόσια.
Κάτι το οποίο χαρακτηρίζει πολλά γλυπτά της Πούεβα είναι πως έχουν ύψος μεγαλύτερο του κανονικού ανθρώπου, όπως επίσης και ότι φορούν ενδύματα σχεδιασμένα από την ίδια. Το δε ύφος της είναι μεταμοντέρνο, παίζοντας πολές φορές με το χιουμοριστικό στοιχεία και το παράδοξο.
Σόφια, Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2019. Ξεκινώ την ημέρα μου επισκεπτόμενος το «Kvadrat 500», το καινούργιο, μόλις τεσσάρων ετών, και μεγαλύτερο κτίριο της Εθνικής Πινακοθήκης το οποίο εγκαινιάσθηκε στις 25 Μαΐου του 2015. Σε 4 ορόφους οι οποίοι χωρίζονται σε 28 αίθουσες εκτίθενται 1.700 από τα συνολικά 42.000 έργα Βούλγαρων και ξένων καλλιτεχνών από Ευρώπη, Ασία, Αφρική και Αμερική που έχει στην διάθεσή της η συλλογή.
Ανάμεσα στα έργα που μου προκαλούν το ενδιαφέρον, είναι και «Το Αγόρι με τον Παπαγάλο». Άλλωστε, θεωρώ αδύνατον να προσπεράσεις αυτό το γλυπτό, το οποίο δημιούργησε το 1985 η Πούεβα από ξύλο και να μην το παρατηρήσεις. Θυμήθηκα βλέποντας το συγκεκριμένο έργο ένα άλλο γλυπτό της Πουέβα, αρκετά μικρότερο σε διαστάσεις, μόλις 33 εκατοστά ύψος και 44 εκατοστά πλάτος, αλλά αρκετά βαρύ, περί τα 7 κιλά καθώς είναι κατασκευασμένο από μπρούτζο, το «Παιδί με το πουλί», το οποίο όμως παραπέμπει περισσότερο σε φυσιογνωμία αγίων και σε πρωτόγονες αφρικανικές μάσκες, πιο «αντιπροσωπευτικό» της Πούεβα. Αντίθετα, το Αγόρι με τον Παπαγάλο μου θύμισε πολύ τα mannequins στους πίνακες του Νίκου Εγγονόπουλου. Κάτι τα χωρίς χαρακτηριστικά πρόσωπα, κάτι οι άνδρες με τα κόκκινα μαγιώ, ο συνειρμός υπήρξε σχεδόν αυτόματος.
Μπορεί το «Αγόρι με τον Παπαγάλο» να μην ανήκει στα αντιπροσωπευτικά έργα της Μαργαρίτας Πούεβα τα οποία αντλούν έμπνευση από ορθόδοξη αγιογραφία και από πρωτόγονες αφρικανικές μάσκες, εν τούτοις αιχμαλωτίζει αμέσως την ματιά του παρατηρητή. Όχι άδικα, ακόμη και σήμερα, μετά τον θάνατό της το 2016 στην Γερμανία, παραμένει ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα της βουλγαρικής γλυπτικής, παρότι ξεκίνησε ως ζωγράφος.
Κατηγορίες:ΤΕΧΝΗ