ΟΠΕΡΑ

Ο Ελεύθερος Σκοπευτής του Βέμπερ

18 Ιουνίου 1821. Στο Βερολίνο εγκαινιάζεται το Königliches Schauspielhaus. Το μέγαρο συναυλιών είναι το νέο κόσμημα της πρωτεύουσας του βασιλείου της Πρωσίας. Χρειάστηκαν τρία χρόνια εργασιών για να πάρουν σάρκα και οστά τα σχέδια του διασημότερου αρχιτέκτονα του νεοκλασικισμού, Καρλντριχ Σίνκελ, για το μέγαρο το οποίο αντικαθιστά το Εθνικό Θέατρο που καταστράφηκε το 1827 από πυρκαγιά.
Η επιλογή της θέσεως του καινούργιου Konzerthaus είναι εξαιρετική, αφού η Gendarmenmarkt του 17ου αιώνος θεωρείται η ωραιότερη βερολινέζικη πλατεία. Το νεοκλασικό μέγαρο συναυλιών πλαισιώνεται από δύο προτεσταντικούς ναούς που χτίστηκαν με την άδεια του Φρειδερίκου Α’ της Πρωσίας τον 18ο αιώνα. Ο ένας είναι οίκος λατρείας των Γάλλων Ουγενότων και ο άλλος των Γερμανών Λουθηρανών, ενώ και ο Französischer Dom και ο Deutscher Dom είναι εστεμμένοι από δύο ίδιους θόλους.

Η εθνική γερμανική όπερα

Η επιλογή της παραστάσεως της πρεμιέρας του Konzerthaus είναι ιδανική, καθώς ανεβαίνει το «Der Freischütz», ο «Ελεύθερος Σκοπευτής» του Καρλ Μαρία φον Βέμπερ. Ο Γερμανός φιλόσοφος και συνθέτης Τέοντορ Αντόρνο, γεννημένος στην Πρωσία και αυτός, θα το χαρακτηρίσει 140 χρόνια αργότερα ως την εθνική γερμανική όπερα. «C’est à bon droit que le Freischütz, plus encore que les Maîtres Chanteurs, est considéré comme l’opera national allemand» θα γράψει στο «Moments musicaux», στο κεφάλαιο «Les images du Freischütz» θεωρώντας πως περισσότερο και από τους «Αρχιτραγουδιστές της Νυρεμβέργης» δικαιούται να χαρακτηριστεί ως η εθνική γερμανική όπερα.

Η γερμανική ψυχή

Στον «Ελεύθερο Σκοπευτή» ο Αντόρνο θα εντοπίσει χαρακτηριστικά της γερμανικής ψυχής που είναι μοναδικά στον κόσμο. Θα επισημάνει ότι το δάσος στην υπόθεση του έργου δεν είναι απλώς ένα δάσος. Είναι ένα πλήθος. Και είναι ένα πλήθος στρατιωτών. Εκπαιδευμένων και άκαμπτων όπως τα δένδρα. «La rigidité et le parallélisme des arbres dressés, leur densité et leur nombre remplissent le cœur de l’Allemand d’une joie profonde et mystérieuse» θα προσθέσει. Ότι δηλαδή η ακαμψία και ο παραλληλισμός των εκπαιδευμένων δένδρων, η πυκνότητα και το πλήθος τους γεμίζουν την καρδιά του Γερμανού με μια μυστηριώδη χαρά». Σε αυτήν ακριβώς την ιδιαιτερότητα θα αποδώσει την επιτυχία του Freischütz κατά την περίοδο πριν την επανάσταση του 1830.

Η επανάσταση του 1830

Η επανάσταση αυτή θα είναι η κατάληξη του Συνεδρίου της Βιέννης το 1814 – 1815 με την οποία η Γερμανική Συνομοσπονδία διαδέχεται την Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Οι αστοί και οι ριζοσπάστες διανοούμενοι θα έχουν δύο αιτήματα. Φιλελευθερισμό και Ενοποίηση. Οι συντηρητικοί και οι αριστοκράτες θα επιδιώξουν να παραμείνει το στάτους της χαλαρής συνεργασίας ως έχει, συνεπικουρούμενοι και από τον Μέτερνιχ ο οποίος εκφράζοντας τα συμφέροντα της Αυστρίας διαβλέπει την αποδυνάμωση της αυτοκρατορίας των Αψβούργων εάν πετύχουν οι Γερμανοί αστοί τους εθνικιστικούς και φιλελεύθερους στόχους τους. Καταφέρνει έτσι να πείσει τους τοπικούς ηγέτες να κυβερνήσουν περισσότερο αυταρχικά.
Όταν λοιπόν ξεσπά το 1830 η Ιουλιανή Επανάσταση κατά του Καρόλου Ι’ στην Γαλλία με κοινωνικό και φιλελεύθερο περιεχόμενο, ένα επαναστατικό κύμα εξαπλώνεται σε ολόκληρη την Ευρώπη, το οποίο προσλαμβάνει και εθνικιστικό περιεχόμενο, όπως είναι η ανεξαρτητοποίηση του Καθολικού Βελγίου από την Προτεσταντική Ολλανδία, ο ξεσηκωμός των Πολωνών κατά του τσάρου, εξεγέρσεις στην Ιταλία, και βεβαίως και η αναγνώριση της Ελλάδος από τους Ευρωπαίους ως ανεξάρτητου κράτους. Και με την Γερμανία όχι μόνο να μην αποτελεί εξαίρεση, αλλά να αναδεικνύεται κιόλας σε ένα μείζον κέντρο έντονων ταραχών.
Αυτός μέσες άκρες είναι ο γερμανικός και ευρωπαϊκός περίγυρος όταν δίνεται η παράσταση του Ελεύθερου Σκοπευτού.


«Ρομαντική Όπερα»

Στα πρώτα χρόνια του 19ου αιώνος εμφανίζεται ένα νέο είδος μουσικοδράματος, η «Ρομαντική Όπερα» ή Romantische Oper όπως θα την ονομάσουν οι Γερμανοί, οι οποίοι είναι και εκείνοι που θα την αναπτύξουν. Το περίεργο πάντως είναι πως τεχνικά, το συγκεκριμένο είδος θα δανειστεί περισσότερα στοιχεία από την γαλλική Opéra Comique που εμφανίστηκε μετεπαναστατικά στα θέατρα του Παρισιού, παρά από τους τραγουδιστούς διαλόγους του Singspiel. Η μεν όπερα στην Γερμανία, όπως ακόμη το μπαλέτο και το θέατρο θα προσελκύσουν τους μεγαλοαστούς και την αριστοκρατία, ενώ τα Sinhspiele απευθύνονται στους μικρομεσαίους και ιδιαίτερα στην επαρχία.

Από τον Βέμπερ στον Βάγκνερ

Η Romantische Oper θα υπερτονίσει τον ρόλο της ορχήστρας, θα χρησιμοποιήσει το Reminiszenmotiv ως μουσικό σχήμα μιας ανάμνησης ενός τόπου, ενός ανθρώπου, μιας καταστάσεως.
Πρώτο έργο αυτού τους είδους όπερας είναι ο «Ελεύθερος Σκοπευτής του Καρλ Μαρία φον Βέμπερ και το ύφος του θα αποτελέσει πρότυπο για συνθέτες όπως ο Χάινριχ Αουγκούστ Μάρσνερζ ο σημαντικότερος που θα εμφανισθεί ανάμεσα στην εποχή του Βέμπερ και του Βάγκνερ με την δίπρακτη ρομαντική όπερα «Der Vampyr» και την τρίπρακτη «Hans Heiling». Ή ακόμη όπως ο Άλμπερτ Λόρτσινγκ με την τετράπρακτη «Undine» ή ο Λούντβιχ Σπορ με την περίφημη «Jessonda». Μεσαίωνας, φύση, υπερφυσικό, παράδοση, λαϊκοί θρύλοι, είναι μερικά από τα αγαπημένα θέματα της Ρομαντικής Όπερας. Τα παραδοσιακά τραγούδια εξακολουθούν να αποτελούν πηγή εμπνεύσεως, όπως εξακολουθούν και οι διάλογοι ανάμεσα στα μουσικά μέρη. Το είδος θα αναπτυχθεί και θα φθάσει στο αποκορύφωμά του με τον Ρίχαρντ Βάγκνερ, ειδικώς δε με τον Ιπτάμενο Ολλανδό, τον Τανχώυζερ, τις Νεράιδες και την Απαγόρευση της Αγάπης. Σταδιακά όμως, και αφού επεξεργαζόμενος το Reminizsmotiv θα δημιουργήσει το πιο δραματικό Leitmotif, θα εγκαταλείψει την δεξαμενή αντλήσετε της θεματολογίας της Ρομαντικής Όπερας και θα ανατρέξει σε μύθους, θρύλους και φύση.
Οι καινοτομίες που εισάγει με τον Ελεύθερο Σκοπευτή ο Καρλ Μαρία φον Βέμπερ είναι και σημαντικές και πολλές, ώστε δικαιωματικά χαρακτηρίζεται ο θεμελιωτής της γερμανικής Ρομαντικής Όπερας. Η πρωτοποριακή ενορχήστρωση, οι πρωτότυπες χρωματικές αρμονίες και η ανάκληση των μύθων και του υπερφυσικού στοιχείου προκειμένου να επικυρωθούν ηθικές αξίες και φιλοσοφικά μηνύματα, είναι αυτά στα οποία θα «πατήσει» αργότερα για να τα αναπτύξει στο έπακρο ο Ρίχαρντ Βάγκνερ.

Με ρίζες στον 14ο αιώνα

1811: Δύο 40χρονοι συγγραφείς, ο νομικός Γιόχαν Αουγκούστ Άπελ από την Λειψία και ο Φρήντριχ Λάουν από την Δρέσδη εκδίδουν την ανθολογία τρόμου «Gespensterbuch», το Βιβλίο των Φαντασμάτων, με πρώτη ιστορία του πρώτου τόμου τον Freischütz. Οι ιστορίες του Ελεύθερου Σκοπευτού ήταν γνωστές στους Γερμανούς ήδη από τον 14ο αιώνα. Στις διάφορες παραλλαγές του θρύλου, ο σκοπευτής συνάπτει συμβόλαιο με τον Διάβολο. Του παραδίδει την ψυχή του, με αντάλλαγμα έναν συγκεκριμένο αριθμό σφαιρών, συνήθως έξι, οι οποίες κατευθύνονται με ακρίβεια στου στόχους που έχει επιλέξει ο σκοπευτής. Αυτές οι Freikulgen, οι «ελεύθερες σφαίρες» υπακούουν στην βούληση του Σκοπευτού, όμως υπάρχει και μια έβδομη σφαίρα η οποία στρέφεται στον στόχο που θα επιλέξει ο ίδιο ο διάβολος.
Ο Βέμπερ θα συνθέσει τον Ελεύθερο Σκοπευτή πάνω στο λιμπρέτο του Γιόχαν Φρήντριχ Κιντ, ιδέα του οποίου ήταν η μεταφορά της νουβέλας των Άπελ και Λάουν. Δύο ακόμη ιστορίες του Άπελ, «Die Bilder der Ahnen» και Die Ahnen», θα επηρεάσουν τους Μπάιρον, Μαίρη Σέλλεϋ, Πέρσυ Σέλλεϋ και Πολιντόρι να συγγράψουν ανάλογες ιστορίες, μεταξύ των οποίων τα «The Vampyre» και «Frankenstein», τα πρότυπα για κατοπινά έργα γοτθικού τρόμου.
Η συγγραφή του λιμπρέτου από τον Κιντ ολοκληρώθηκε το 1817 και από το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς έως την άνοιξη του 1820, συν κάποιες τελευταίες προσθήκες τον Μάιο του 1821, έναν μήνα πριν την θριαμβευτική πρεμιέρα στο Βερολίνο, ο Βέμπερ μελοποίησε το έργο.

Η πλοκή

Η ορχηστρική εισαγωγή της όπερας ήταν ένα από τα τελευταία μουσικά μέρη που συνέθεσε το 1920 ο Βέμπερ, προκειμένου να επιτύχει έναν διπλό στόχο. Αφενός να αποτελέσει μια αυτόνομη σονάτα και αφετέρου να λειτουργήσει και ως σύνοψη του συνολικού έργου. Τόπος της ιστορίας είναι η Βοημία. Και χρόνος, η δεκαετία του 1650, περί το τέλος του Τριακονταετούς Πολέμου.

Πράξη Πρώτη
Πεδίο βολής

Ο νεαρός βοηθός δασονόμου Μαξ, ο οποίος θεωρείται ο καλύτερος σκοπευτής της χώρας, είναι ερωτευμένος με την Αγκάτε, την κόρη του δασονόμου Κούνο. Ο τελευταίος υπόσχεται στον νεαρό ότι θα του δώσει την κόρη του και το αξίωμά του, υπό την προϋπόθεση ότι θα βγει νικητής στον αγώνα σκοποβολής που θα διεξαχθεί την επόμενη ημέρα.
Σε φιλικό διαγωνισμό σκοποβολής που διεξάγεται ένας νεαρός χωρικός, ο Κίλιαν, κατατροπώνει τον Μαξ. Σκοπευτές, γυναίκες, κορίτσι, επευφημούν τον Κίλιαν ο οποίος αναγορεύεται σε «βασιλιά των σκοπευτών» και περιγελούν τον Μαξ. Ο βοηθός δασονόμος με πεσμένο ηθικό, είναι απαρηγόρητος, καθώς τον τελευταίο καιρό έχει χάσει την ευστοχία του. «Weh mir! Mich verließ das Glück!», μονολογεί. «Αλίμονό μου! Η τύχη με εγκατέλειψε!».
Ο Κάσπαρ, επίσης επίδοξος μνηστήρας τον οποίον είχε απορρίψει στο παρελθόν η Αγκάτε, βλέποντας απελπισμένο τον Μαξ, του αποκαλύπτει ένα μυστικό. Γνωρίζει τον τρόπο να αποκτήσει επτά μαγικές σφαίρες οι οποίες θα βρουν τον στόχο που θα επιλέξει ο κάτοχός τους, δηλαδή ο Μαξ. Για να στον πείσει, του δίνει ένα όπλο γεμισμένο με μαγικές σφαίρες, με το οποίο ο Μαξ πετυχαίνει έναν αετό από αφύσικα μεγάλη απόσταση. Ο Κάσπαρ όμως δεν του αποκαλύπτει όλη την αλήθεια. Του αποκρύπτει ότι έχει ανταλλάξει την ψυχή του με τον Διάβολο. Ότι μόνο οι έξι σφαίρες βρίσκουν τον στόχο που επιλέγει ο κάτοχος και ότι την έβδομη την κατευθύνει ο Διάβολος. Ότι εκείνη την στιγμή τους κρυφακούει ο δαίμονας Σάμιελ. Ότι προτείνοντάς του συμφωνία με τον Σάμιελ απαλλάσσεται για τρία χρόνια ο ίδιος ο Κάσπαρ από την υποχρέωση να παραδώσει την ψυχή του στον δαίμονα αφού με την συμφωνία θα έχει παραχωρήσει την δική του ο Μαξ.
Ο Κάσπαρ τον πείθει να πάνε μαζί τα μεσάνυχτα στο Φαράγγι του Λύκου όπου θα τις κατασκευάσει αλλά θα πρέπει να είναι παρών και ο ίδιος ο Μαξ για να του τις παραδώσει. Ο Μαξ πείθεται. Ο Κάσπαρ νιώθει ότι έχει θριαμβεύσει και ακούγεται στην άρια να λέει: «Schweig! damit dich Niemand warnt!». «Σιωπή! Κανείς να μην τον προειδοποιήσει!»).

Πράξη Δεύτερη
Στο διαμέρισμα της Αγκάτε

Η Αγκάτε είναι αναστατωμένη, καθώς ο Μαξ δεν έχει εμφανισθεί. Το τραγούδι της αναφέρεται σε έναν ερημίτη στο δάσος ο οποίος την είχε προειδοποιήσει ότι η ίδια απειλείται από κάποιον κίνδυνο και ότι θα την έσωζε το γαμήλιο στεφάνι της.
Την στιγμή κατά την οποία ο Μαξ ρίχνει την πρώτη μαγική σφαίρα, πέφτει από τον τοίχο το πορτραίτο ενός προγόνου της και την τραυματίζει ελαφρά. Η ξαδέλφη και φίλη της Αγκάτε, η Άννα, προσπαθεί να διασκεδάσει τους φόβους της.
Εμφανίζεται ο Μαξ και τους ανακοινώνει πως δεν νίκησε στον προκριματικό γύρο, όμως έχει χτυπήσει ένα ελάφι στο Φαράγγι του Λύκου και θα πάει να το φέρει. Οι δύο κοπέλες τον εξορκίζουν να μην πάει, φοβούμενες ότι θα πάθει κακό, εκείνος όμως είναι αποφασισμένος.

Νύχτα
Φαράγγι του Λύκου

Ο Κάσπαρ καλεί τον Σάμιελ τον Μαύρο Κυνηγό για βοήθεια και τον ενημερώνει για την επιτυχία του με τον Μαξ. Ο τελευταίος προειδοποιείται από το πνεύμα της μητέρας του να ακυρώσει την συμφωνία και να κάνει πίσω. Ο Ζάμιελ όμως του εμφανίζει σε όραμα την Αγκάτε να πνίγεται, απελπισμένη λόγω της αποτυχίας του στους σκοπευτικούς αγώνες, με αποτέλεσμα ο Μαξ να εισέλθει στο φαράγγι όπου ανάμεσα σε αστραπές και σε σκηνές τρόμου οι επτά μαγικές σφαίρες χύνονται στο καλούπι

Πράξη Τρίτη
Διαμερίσματα της Αγκάτε

Η Αγκάτε προσεύχεται και ακούγεται η άρια «Und ob die Wolke sie verhülle» («Ανάμεσα από τα σκοτεινά σύννεφα, ο ήλιος λάμπει ακόμη στον φωτεινό ουρανό»). Φθάνουν οι παράνυμφες με τα νυφικά στέφανα τραγουδώντας «Wir winden dir den Jungfern-Kranz» («Θα της περάσουμε το νυφικό στεφάνι»). Όταν όμως η Άννα ανοίγει το κουτί βρίσκει μέσα ένα νεκρικό στεφάνι, κάτι που θορυβεί ακόμη περισσότερο την Αγκάτε, η οποία ωστόσο ηρεμεί καθώς θυμάται την υπόσχεση του γέρου ερημίτη.
Ο Μαξ και ο Κάσπαρ μοιράστηκαν τις σφαίρες. Ο Κάσπαρ χρησιμοποίησε τις τρεις. Ο Μαξ έχει χρησιμοποιήσει μόνο τις δύο και ζητά από τον Κάσπαρ να του δώσει την έκτη για να την χρησιμοποιήσει στον τελικό. Ο Κάσπαρ αρνείται και πυροβολεί μια αλεπού, οπότε απομένει στον Μαξ η έβδομη σφαίρα, η οποία όμως καθοδηγείται από το Πνεύμα του Κακού.

Η βολή του τροπαίου

Στο στρατόπεδό του, ο πρίγκηπας Όττοκαρ περιμένει στην σκηνή του τον Μαξ και μόλις φθάνει τον διατάζει να ρίξει σε ένα περιστέρι. Καθώς όμως αυτός σημαδεύει, ο Σάμιελ, ο Μαύρος Σκοπευτής, καθοδηγεί την έβδομη σφαίρα στρέφοντάς την στην Αγκάτε. Αυτή όμως εξοστρακίζεται στο γαμήλιο στεφάνι της και χτυπά τον Κάσπαρ. Η Αγκάτε συνέρχεται και συνειδητοποιεί πως σώθηκε ακριβώς όπως είχε προφητεύσει ο ερημίτης, ο οποίος στέκεται δίπλα της. Βλέποντας ο Κάσπαρ τον ερημίτη συνειδητοποιεί ότι έχει αποτύχει και ενώ έρχεται ο Σάμιελ να τον αρπάξει, ξκεστομίζει κατάρες προτού εκπνεύσει.
Ο Όττοκαρ διατάζει να ριχτεί το πτώμα στο Φαράγγι του Λύκου και ζητά εξηγήσεις από τον Μαξ. Μόλις πληροφορείται τι έχει συμβεί ζητά από τον Μαξ να εγκαταλείψει την χώρα, παρά τις παρακλήσεις του Κούνο, της Αγκάτε και των χωρικών. Τότε εμφανίζεται ο ερημίτης και εξηγεί πως ό,τι έκανε ο Μαξ το έκανε από την αγάπη του για την Αγκάτε. Ωστόσο, καταδικάζει την πράξη του Μαξ και ζητά ως τιμωρία του έναν χρόνο μετάνοια και προσευχή, κάτι που αποδέχεται ο Όττοκαρ, ο οποίος σέβεται και αυτός τον γέρο ερημίτη («Dein Wort genügen mir. Ein Höh’rer spricht aus dir». «Ο λόγος σου μου αρκεί. Κάποιος ανώτερος μιλά από εσένα»).
Έτσι, υπόσχεται πως θα είναι εκείνος που θα παντρέψει μετά την μετάνοια του Μαξ το ζευγάρι.
Η όπερα κλείνει με τον θίασο να τραγουδά ευχαριστήριους ύμνους. «Ja! laßt uns zum Himmel die Blicke erheben,
Und fest auf die Lenkung des Ewigen baun,
Fest den Milde des Vaters vertraun!
Wer rein ist von Herzen, und schuldlos von Leben,
Darf kindlich der Milde des Vaters vertraun!».
(«Ναι! ας υψώσουμε το βλέμμα μας στον παράδεισο,
Και στήριγμα στην καθοδήγηση του Αιώνιου ας βρούμε,
Πάντα την χάρη του πατρός να εμπιστευόμαστε!
Όποιου καθαρή είναι η καρδιά και είναι στην ζωή αθώος,
Μπορεί την Χάρη του Πατρός σαν παιδί να εμπιστευθεί!»).

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s