Uncategorized

Μια βόλτα στις όχθες του Σούρμα

%cf%83%ce%bf%cf%8d%cf%81%ce%bc%ce%b1

Στις όχθες του ποταμού Σούρμα, στο Σύλετ.

Μέσα Μαρτίου του 2008. Κατευθύνομαι προς τον τελευταίο σταθμό μου στο Μπανγκλαντές προτού επιστρέψω στην Ντάκα και από εκεί πίσω στην Ινδία. Ο σταθμός αυτός είναι μια πόλη 450.000 κατοίκων στα βορειοανατολικά της χώρας, το Σύλετ, αγγλοποιημένη ονομασία του Σριχάτα που θα πει «όμορφος οικισμός».
Στην πόλη φθάνω έχοντας αλλάξει από νωρίς το πρωί δύο μέσα μεταφοράς. Πρώτα πήρα το πρωινό τραίνο από την Τσιταγκόνγκ, μια πόλη στα νοτιοανατολικά του Μπανγκλαντές 430 χιλιόμετρα από την Μυανμάρ, για Ντάκα, διαδρομή που μου πήρε 6 ώρες. Και στην συνέχεια, έπειτα από ολιγόωρη αναμονή στην Ντάκα, πήρα το πρώτο μεσημεριανό λεωφορείο όπου πέρασα άλλες 4,5 ώρες μέχρι τον προορισμό μου για να φθάσω λίγο μετά τις 7 το απόγευμα.
Ξημερώματα της επόμενης ημέρας ξεκινώ την περιήγησή μου στην πόλη. Αφήνω το ξενοδοχείο και κατεβαίνω προς τα νότια, κατηφορίζοντας την Ζίντα Μπαζάρ, ένα πολυσύχναστο δρόμο διπλής κατεύθυνσης με παμπάλαια τριώροφα και τετραώροφα κτίρια αλλά και κάποια λίγα πιο σύγχρονα από γυαλί. Πρόκειται για έναν από τους μεγαλύτερους δρόμους της πόλης και η προέκτασή του στα βόρεια οδηγεί στο αεροδρόμιο.
Τεράστια, κυρίως λευκά αλλά και μερικά κίτρινα, μπλε και πράσινα διαφημιστικά πανώ με γραμμένες στα βεγγαλέζικα ρεκλάμες, παίζουν τον ρόλο αψίδων κατά μήκος του δρόμου καθώς είναι στερεωμένες και στα δύο πεζοδρόμια. Η φασαρία μου φαίνεται λιγότερο ενοχλητική από όσο στο κέντρο της Ντάκα, ωστόσο είναι κάτι παραπάνω από αισθητή. Παντού κυκλοφορούν τρίκυλα ποδήλατα ταξί με πολύχρωμες ζωγραφιές στο πίσω μέρος τους που παριστάνουν από το τζαμί της Μέκκας μέχρι τοπικές ηρωίδες τηλεοπτικών σήριαλ. Ο δρόμος είναι γεμάτος και από μηχανάκια, εκατοντάδες πράσινα μηχανοκίνητα τρίκυκλα ταξί και κάποια λίγα αυτοκίνητα, ενώ πλήθος πεζών πάει κι έρχεται από και προς όλες τις κατευθύνσεις, ολοφάνερα εξοικειωμένο με το καυσαέριο και την ηχορρύπανση.
Σε κάτι περισσότερο από μισή ώρα, και ενώ κάθε τόσο στέκομαι να δω την θέα και να τραβήξω φωτογραφίες, στρίβω δεξιά, στην Σαχ Τζαλάλ. Ο δρόμος έχει πάρει το όνομά του από τον Χάζρατ Σαχ Τζαλάλ, έναν σούφι από το Ικόνιο ο οποίος αφού διέσχισε την Μέση Ανατολή, την Περσία, την Κεντρική και την Νότια Ασία, έφθασε στην Βεγγάλη όπου και διέδωσε το Ισλάμ. Σύμφωνα με τα ευρήματα, ήλθε στο Σύλετ το 1303, ενώ το μεγαλύτερο αεροδρόμιο της χώρας, στα βόρεια της πρωτεύουσας Ντάκα, φέρει το όνομά του («Hazrat Shahjalal Internationa Airport»).
Μετά από 20 λεπτά στρίβω αριστερά και παίρνω την οδό Σβίμα που με βγάζει στην γέφυρα Κην. Αυτή αποτελεί κατά κάποιον τρόπο και την «είσοδο» στην πόλη. Το μήκος αυτής της κόκκινης μεταλλικής γέφυρας είναι περίπου 350 μέτρα και οδηγεί στις νότιες γειτονιές της πόλης και στον σιδηροδρομικό σταθμό.
Στο τέρμα της γέφυρας και στην νότια όχθη του ποταμού Σούρμα στρίβω αριστερά και ξαναπερνώ από τον σταθμό των λεωφορείων όπου είχα φθάσει χθες ερχόμενος από Ντάκα. Κοιτάζω τον χάρτη και κατευθύνομαι στην επόμενη γέφυρα ώστε να ξανανέβω στα βόρεια προς το κέντρο της πόλης. Προχωρώ κατά μήκος του ποταμού και κατά το μεσημέρι φθάνω στην γέφυρα Σαχ Τζαχάλ που οδηγεί στην ψαραγορά. Η γέφυρα φαίνεται από μακριά με τα χαρακτηριστικά άσπρα και κόκκινα κάγκελα. Φθάνοντας βλέπω δεξιά και αριστερά της πεζοδρόμια για τους πεζούς, ακριβώς κάτω από τα πεζοδρόμια έχει από μία λωρίδα δεξιά και αριστερά για τα ποδήλατα ταξί και στην μέση διαθέτει δύο λωρίδες για αυτοκίνητα και μηχανοκίνητα τρίκυκλα ταξί, μία για την άνοδο και μία για την κάθοδο.
Στο τέρμα της γέφυρας ξεκινούν δεξιά και αριστερά του δρόμου δενδροστοιχίες. Στέκομαι σε ένα σκιερό μέρος να δω το ποτάμι και να τραβήξω φωτογραφίες.
Παρατηρώ τις βάρκες που πάνε και έρχονται από την βόρεια όχθη στην νότια. Τις γυναίκες που πλένουν και κρεμάνε την μπουγάδα σε χαμηλοτάβανες παράγκες οι οποίες όσο απομακρύνονται από την όχθη χάνονται μέσα σε βλάστηση με τροπικά δένδρα. Το πλήθος των μικρών παιδιών που μαζεμένα σε ομάδες παίζουν με τα νερά του ποταμού.
Ο ποταμός Σούρμα πηγάζει από τους λόφους της πολιτείας Μανιπούρ, στα Βορειοανατολικά της Ινδίας. Ξεκινά την πορεία του ως Μπάρακ, διχάζεται στην συνέχεια στον Κουσιγιάρα στα Νότια και στον Σούρμα στα Βόρεια ο οποίος μπαίνει στο Μπανγκλαντές και κατεβαίνει προς τα Νοτιοδυτικά (εκεί ξαναενώνεται στην συνέχεια με τον Κουσιγιάρα) και καταλήγει στην κοίτη του Παλιού Βραχμαπούτρα ως Μέγκνα. Νοτιότερα, εκβάλλει -περνώντας από τα νότια της Ντάκα- στον Κόλπο της Βεγγάλης, έχοντας διανύσει μια διαδρομή 946 χιλιομέτρων, εκ των οποίων τα 669 χιλιόμετρα μέσα στο έδαφος του Μπανγκλαντές.
Στην διαδρομή του αυτή ο Σούρμα περνά και από τα νότια του Σύλετ και από την γεμάτη από τεράστιες εκτάσεις καλλιέργειας τσαγιού ολόγυρα, κοιλάδα.
Μπορεί ο Σούρμα να είναι ένας «ποταμός ζωής» για τις φυτείες, την ύδρευση και την άρδευση στην περιοχή ολόγυρα του Σύλετ, όμως από το τέλος του Μαΐου έως τα μέσα Οκτωβρίου, την περίοδο δηλαδή των μουσώνων οπότε παρατηρείται και το 80% των ετήσιων βροχοπτώσεων, οι πλημμύρες αποτελούν συχνό φαινόμενο.
Ένα ακόμη πρόβλημα είναι και η μόλυνση. Το πυκνοκατοικημένο της πόλης σε συνδυασμό με τα οικιακά, βιομηχανικά και νοσοκομειακά απόβλητα, ρυπαίνουν τον ποταμό. Από την μόλυνση, η πιο επικίνδυνη είναι αυτή που μεταφέρει αρσενικό στα υπόγεια ύδατα, καθώς το στοιχείο αυτό έχει εξαπλωθεί σχεδόν στο ένα τέταρτό τους.
Αυτά τα προβλήματα όμως δεν εμποδίζουν να τους κατοίκους και τους επισκέπτες να απολαύσουν και τα υπόλοιπα, πέραν την ύδρευσης και άρδευσης ευεργετήματα που παρέχει ο ποταμός. Εκτός από την θέα και την δροσιά που προσφέρει, διαπλέεται και με βάρκες που παρέχουν θέα στις όχθες και την κορυφογραμμή της πόλης. Μάλιστα, ένα πολυτελές ποταμόπλοιο μήκους περί τα 30 μέτρα πραγματοποιεί κάθε βράδυ κρουαζιέρες της 1,5 ώρας, την πρώτη στις 6:30 που είναι ιδανική για φωτογραφίες και την δεύτερη στις 8:30 που είναι και πιο «ατμοσφαιρική». Στα 3 ντεκ του μπορεί να υποδεχθεί περί τα 200 άτομα ενώ τα εισιτήρια μόνο ακριβά δεν είναι. Η κρουαζιέρα των 6:30 που περιλαμβάνει και σνακ κοστίζει περίπου 4,5 ευρώ και των 8:30 που περιλαμβάνει και πλήρες δείπνο περί τα 6,5 ευρώ, ενώ και στις δύο προσφέρει και ζωντανή μουσική.
Έχοντας περάσει μισή ημέρα κοντά στο ποτάμι, ανηφορίζω προς τα βόρεια κατευθυνόμενος προς το κέντρο της πόλης, με εικόνες και εντυπώσεις που δύσκολα ξεχνιούνται.

Κείμενο – φωτογραφία: Zalmoxis

Κατηγορίες:Uncategorized

1 reply »

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s