Uncategorized

Η ραδιοφωνική και η σκηνοθετική «πρωτιά» του «Βαφτιστικού»

vaftistikos

Ανθή Ζαχαράτου, Μίμης Φωτόπουλος, Αλέκος Αλεξανδράκης, στην κινηματογραφική μεταφορά του «Βαπτιστικού» (1952).

Τετάρτη 1 Ιουνίου 1938, ώρα 9μμ. Ο «Βαπτιστικός» (η γνωστότερη οπερέτα του Θεόφραστου Σακελλαρίδη και μία από τις καλύτερες ελληνικές) μεταδίδεται με την ορχήστρα της ΥΡΕ (Υπηρεσία Ραδιοφωνικών Εκπομπών) υπό την διεύθυνση του Ι. Ριτσιάρδη. Ουσιαστικά πρόκειται για επιλογές του οπερετικού συγκροτήματος της Ολυμπίας Καντιώτη (με την συμμετοχή των Ανδρονίκου και Ντενόγια) από την τρίπρακτη αυτή οπερέτα η οποία βασίζεται στο γαλλικό «boulevard».
Αν και η οπερέτα αυτή είχε πρωτοπαρουσιασθεί 20 χρόνια νωρίτερα, στις 18 Ιουλίου του 1918 από το θίασο Παπαϊωάννου (και ενώ λέγεται ότι γράφτηκε μέσα στο σύντομο διάστημα του Ιουνίου – Ιουλίου του ίδιου έτους) η παρουσίαση της 1ης Ιουνίου 1938 κατακτά μια πρωτιά: πρόκειται για το βάπτισμα του ελληνικού θεάτρου στα ερτζιανά. Ακριβώς 4 ημέρες μετά, δύο κωμικοί του Εθνικού Θεάτρου, ο Χρήστος Ευθυμίου και ο Ηλίας Δεστούνης θα παίξουν από τους ραδιοθαλάμους του Ζαππείου για τους ακροατές της ΥΡΕ σκηνή από τον «Βασιλικό» ενώ μερικούς μήνες αργότερα θα ακολουθήσουν και τα λεγόμενα ραδιοφωνικά σκετς .
Όσον αφορά τον «Βαπτιστικό», του οποίου ο Σακελλαρίδης εκτός από τη μουσική, έγραψε τόσο το λιμπρέτο (το πεζό κείμενο) όσο και τους στίχους, η υπόθεσή του τοποθετείται χρονικώς στην περίοδο των Βαλκανικών Πολέμων και των ελληνικών νικών και ειδικότερα σε εκείνην της επιστράτευσης του 1918 και έχει περιληπτικά ως εξής:
Πρωταγωνιστές της φαρσοκωμωδίας αυτής είναι το ζεύγος Ζαχαρούλη, που ζει στην Αθήνα. Σημειωτέον ότι η ελληνική οπερέτα μόλις τα χρόνια εκείνα αποκτά σάρκα και οστά ως προς την «αστική» της θεματογραφία, αφού έως λίγα χρόνια πριν (πριν τον Σακελλαρίδη πιο συγκεκριμένα) τα πρωτεία κρατούσε το «κωμειδύλλιο» (το είδος αυτό του ελαφρού ελληνικού μουσικού έργου το οποίο δημιουργήθηκε στο τέλος του 19ου αιώνα ταυτόχρονα με την εμφάνιση της λαογραφίας το 1880 με περιεχόμενο κατά βάση ηθογραφικό και με υποθέσεις που. εξελίσσονταν στην ύπαιθρο).
Στην 2η επέτειο των γάμων του, ο Ζαχαρούλης, επιστρατευμένος λόγω του πολέμου, έχει κατορθώσει να χαρακτηριστεί «βοηθητικός». Συζητώντας με τους προσκεκλημένους του, τους εξηγεί ότι η σύζυγός του του (Βιβίκα) όταν ήταν ακόμα παιδί, είχε βαφτίσει κάποιον στη Λειβαδιά και πως ο βαφτιστικός της αυτός, βρίσκεται τώρα στρατιώτης στο μέτωπο. Η Βιβίκα κατηγορεί τον άντρα της πως είναι δειλός, και «κουραμπιές». Το μόνο που την παρηγορεί, είναι ο βαφτιστικός της (ο Μάρκος Κορτάσης) που βρίσκεται στο μέτωπο και πολεμά σαν ήρωας.
Αίφνης, παρουσιάζεται βρώμικος και αξύριστος ένας στρατιώτης, ο οποίος αυτοσυστήνεται ως Μάρκος Κορτάσης, μάγειρος 4ου Λόχου, 61ου Συντάγματος, «ο Κεραυνός». Η Βιβίκα ενθουσιάζεται, ο δε Ζαχαρούλης απογοητεύεται. Στην συνέχεια αποκαλύπτεται ότι αυτός που παρουσιάστηκε δήθεν ως Μάρκος Κορτάσης, δεν είναι άλλος από τον Πέτρο Χαρμίδη, έναν αρχιτέκτονα από το Αίγιο. Ο Μάρκος Κορτάσης μη γνωρίζοντας γραφή και ανάγνωση, έβαζε εκείνον να απαντά στην αλληλογραφία του. Έτσι του ήρθε η ιδέα να εκμεταλλευτεί το γεγονός. Παίρνει την άδεια του Κορτάση, το βιβλιάριό του και τη φωτογραφία της νονάς του και παρουσιάζεται ως Μάρκος Κορτάσης.
Ο Χαρμίδης είναι παντρεμένος με την Κική. Η Κική όμως τυχαίνει να είναι παλιά φίλη της Βιβίκας από το σχολείο και μάλιστα έρχεται από το Αίγιοστην Αθήνα με σκοπό να παρακαλέσει τη Βιβίκα να ζητήσει από τον συνταγματάρχη θείο της άδεια για τον άντρα της. Η Κική φεύγει και ο βαφτιστικός εξομολογείται τον έρωτά του στη Βιβίκα. Την ώρα που τη φιλάει παρουσιάζεται ξαφνικά ο συνταγματάρχης. Η Βιβίκα για να δικαιολογηθεί παρουσιάζει τον βαφτιστικό της ως σύζυγό της και τον Ζαχαρούλη που φθάνει λίγο αργότερα για βαφτιστικό της. Σε λίγο φθάνει μία ορχήστρα τσιγγάνων και διασκεδάζει τους προσκεκλημένους. Ο συνταγματάρχης διηγείται στο τραπέζι ότι ερχόμενος από την Πάτρα, γνώρισε μια χαριτωμένη κυρία. Από τη συζήτηση, αποκαλύπτεται πως η κυρία του τραίνου, δεν είναι άλλη από την Κική Χαρμίδη, τη φίλη της Βιβίκας.
Η Κική παρακαλεί τον συνταγματάρχη να φροντίσει για την άδεια του συζύγου της. Η ορχήστρα των τσιγγάνων έρχεται για να πληρωθεί και ο συνταγματάρχης φέρνει τον υποτιθέμενο σύζυγο της Βιβίκας, να τον γνωρίσει στην Κική. Οι δύο γυναίκες λιποθυμούν και ο Ζαχαρούλης πέφτει στην αγκαλιά του συνταγματάρχη που του έχει ανακοινώσει ότι τον παίρνει μαζί του στο μέτωπο για να μπορεί και αυτός να αποκτήσει δόξα.
Μια ακόμη πρωτιά όμως συνοδεύει τον «Βαπτιστικό»: το 1952 θα έλθει η κινηματογραφική μεταφορά (με ελαφρώς παραλλαγμένο το φινάλε και μερικές ακόμη λεπτομέρειες, όπως λ.χ. το τραίνο όπου ο συνταγματάρχης γνώρισε την Κική Χαρμίδη που γίνεται πλοίο) της δημοφιλούς πλέον οπερέτας του Θεόφραστου Σακελλαρίδη και θα γυριστεί από την πρώτη ελληνίδα σκηνοθέτη, την Μαρία Πλυτά και με πρωταγωνιστές την 30χρονη τότε υψίφωνο και ηθοποιό του λυρικού θεάτρου Ανθή Ζαχαράτου, η οποία τραγουδά στην ταινία , όπως και ο λυρικός τενόρος της όπερας και της οπερέτας Πέτρος Επιτροπάκης, τον Μίμη Φωτόπουλο, τον Αλέκο Αλεξανδράκη στον ρόλο του Μάνου Κορτάση, του «maguffin» του έργου στην 3η του κινηματογραφική εμφάνιση, τον Λάκη Σκέλλα στην 6η του κιόλας κινηματογραφική εμφάνιση από το 1950, τον Τάκη Γαλανό, τον Φραγκίσκο Μανέλλη, την Κάτια Λίντα, το Γιάννα Πρινέα και άλλους.
Και μιας κι ο λόγος για «πρωτιές», την πρωτιά στην ελληνική οπερέττα κατέχει ο Σακελλαρίδης, όχι όμως με τον «Βαπτιστικό»αλλά με το «Σία κι αράξαμε» σε κείμενο Π. Δημητρακόπουλου που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στις 8 Μαΐου του 1909 στο θέατρο «Συντάγματος».

Κατηγορίες:Uncategorized

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s