Uncategorized

Εμπνεύσεις από το «Δολοφόνος, η ελπίδα των γυναικών» του Kokoschka

Πόστερ του Oskar Kokoschka για την πρεμιέρα του

Πόστερ του Oskar Kokoschka για την πρεμιέρα του «Mörder, Hoffnung der Frauen» το 1909 στην Βιέννη

Μετά από τόσα χρόνια που πέρασαν, διαπίστωσα πως «ανακάλυψα» τον Oskar Kokoschka στην καταλληλότερη ηλικία και στην επίσης καταλληλότερη περίοδο. Ήμουν μόλις 21 ετών και τα πρώτα εκείνα χρόνια της ενηλικίωσής μου περνούσα την προσωπική μου «εξπρεσιονιστική» φάση. Και ως σινεφίλ (θυμάμαι κάποιες ατέλειωτες συζητήσεις επί συζητήσεων γύρω από ταινίες όπως «Το εργαστήρι του δρ. Καλιγκάρι») και ως αναγνώστης (εννοείται πως ό,τι κυκλοφορούσε σε βιβλίο, λογοτεχνικό περιοδικό, άρθρο εφημερίδας, γύρω από τον Κάφκα φρόντιζα να το προμηθευτώ πάραυτα) και στην μουσική και στην ζωγραφική. Νομίζω ήταν φυσικό για μια ηλικία που στις προτεραιότητές της είναι να εκφράζεις τον εαυτό σου εις πείσμα της αυστηρά αντικειμενικής/πιστής αναπαράστασης των ιμπρεσιονιστών, για τους οποίους πάντως, στο πίσω μέρος του μυαλού μου, είχα σχεδόν «κυνικά» αποθηκεύσει το ενδεχόμενο πως μετά από μερικά χρόνια –και πάντως αρκετά μετά την προσωπική μου «ωρίμαση» όπως πρόβλεπα τότε- θα μπορούσα να τους παρακολουθήσω ευκολότερα. Δεν ξέρω βέβαια κατά πόσο ήταν φυσικό που ανακάλυψα τον μεγάλο αυτόν Αυστριακό καλλιτέχνη, λίγα χρόνια μετά τον θάνατό του, πρώτα ως θεατρικό συγγραφέα και μετά ως ζωγράφο. Όσο και να το σκέφτομαι μου φαίνεται πάντα περίεργο. Τέλος πάντων…
Η «γνωριμία» μου λοιπόν με τον Kokoschka ήλθε μέσω της μουσικής. Και συγκεκριμένα όταν άκουσα για πρώτη φορά Paul Hindemith, τον «Ατονικό θορυβοποιό» όπως υποτιμητικά τον αποκαλούσε ο Joseph Goebbels. Ενθουσιάστηκα τόσο που αμέσως έψαξα για έργα του και ανάμεσα σε αυτά γνώρισα και μία μονόπρακτη όπερά του. Το «Mörder, Hoffnung der Frauen». Την μεταφορά δηλαδή σε μελόδραμα του ομώνυμου θεατρικού έργου του Kokoschka (ο οποίος έγραψε και το λιμπρέτο της όπερας) «Δολοφόνος, η ελπίδα των γυναικών».
Την ίδια περίοδο, επίσης στα 21 μου, όταν έβγαζα λεφτά ζωγραφίζοντας (ακόμη και σήμερα μπορώ να επαναφέρω στην μνήμη μου τις μυρωδιές από τις μπογιές και το νέφτι που είχαν «ποτίσει» τότε, 3-4 χρόνια προτού ξεκινήσω την δημοσιογραφία, το σπίτι μου) η επίδραση του Kokocha στους λιγοστούς πίνακες που πούλησα και ακόμη περισσότερο στα εκατοντάδες σχέδια που έφτιαχνα (πολλά από αυτά στο πίσω μέρος κάποιου πακέτου τσιγάρων) ήταν φανερή μεν, έμμεση δε. Πρώτα δηλαδή είδα έργα μιμητών του και μετά του ίδιου.
Το «πάντρεμα» του Kokoschka συγγραφέα και του Kokoschka ζωγράφου το γνώρισα λίγο αργότερα, πάλι με το «Δολοφόνος, η ελπίδα των γυναικών» όταν είδα το πόστερ που σχεδίασε για την πρεμιέρα του έργου στην Βιέννη το 1909. Και να που έπρεπε να βρεθώ αυτές τις μέρες, Αύγουστο του 2015 στην αυστριακή πρωτεύουσα και το Leopold Museum για να γυρίσω 3 δεκαετίες πίσω, όταν είδα για πρώτη φορά την λιθογραφία που είχε διαφημίσει 106 χρόνια νωρίτερα την πρεμιέρα του έργου.
Πολύ λίγα ήταν τα γνωστά θεατρικά έργα που προκάλεσαν τόσο αντιφατικά συναισθήματα και τόσο διαφορετικές προσεγγίσεις. Όχι τυχαία. Ακόμη και το θέμα του προσφέρεται, καθώς είναι εύκολα ανιχνεύσιμη η επίδραση του Otto Weininger (του Εβραίου Αυστριακού φιλόσοφου που βαφτίστηκε Χριστιανός και του οποίου θεωρίες χρησιμοποιήθηκαν αποσπασματικά από τους Ναζί) και ειδικά του διασημότερου έργου του «Geschlecht und Charakter» («Φύλο και Χαρακτήρας») και της άποψης ότι το αρσενικό το θηλυκό στοιχείο συνυπάρχουν σε κάθε άνθρωπο.
Το έργο αυτό («Δολοφόνος, η ελπίδα των γυναικών») το οποίο χαρακτηρίσθηκε ως το πρώτο εξπρεσιονιστικό θεατρικό δράμα, έκανε πάταγο ήδη από την πρώτη του παράσταση το 1909 στην Βιέννη.
Πρωταγωνιστές του έργου (θα πρέπει να αποσαφηνισθεί ότι δεν αποδίδεται όπως ένα συνηθισμένο θεατρικό έργο, αλλά ως απαγγελία ή και διπλή απαγγελία αντί διαλόγου, μαζί με παντομίμα, ενώ βαρύνονται ρόλο στην παράσταση διαδραματίζουν πρωτίστως η σκηνογραφία -η οποία βρίθει αλληγορικών αναφορών- αλλά και ο φωτισμός) είναι έναν άντρας και μία γυναίκα. Οι ιδιότητές τους, αυτό που λέμε «αρχετυπικές» του φύλου τους. Εκείνος πολεμιστής, εκείνη οικοδέσποινα του πύργου. Το ίδιο συμβαίνει και με τις δύο ομάδες ηθοποιών που εν είδει χορού πλαισιώνουν τους πρωταγωνιστές: μια ομάδα πολεμιστών και μια ομάδα γυναικών.
Η πάλη των φύλων ξεκινά όταν η οικοδέσποινα ερωτεύεται τον άνδρα και εκείνος, σε ένα συμβολισμό που υπερβαίνει την σχέση άνδρα – γυναίκας και υπεισέρχεται σε πεδία κοινωνικής και πολιτικής ανάλυσης, ακόμη δεν και οικολογίας, συμπεριφερόμενος ως κατακτητής, την «σημαδεύει» στο σώμα κάνοντάς την κτήμα του. Η γυναίκα θα καταφέρει να τον αιχμαλωτίσει και ενώ τον κλείνει σε ένα κλουβί βγάζοντας από μέσα της μια κρυμμένη μοχθηρία, οι συμπολεμιστές συνευρίσκονται με τις ακόλουθους της οικοδέσποινας, της οποίας όμως ξυπνά μέσα της κάποια στιγμή ένα αίσθημα μητρότητας. Αυτό το εκφράζει για τον κρατούμενό της και έτσι «υπογράφει την καταδίκη» της ισχύος της. Αισθάνεται ξαφνικά αδύναμη, τρωτή. Είναι τότε που ανακτά δυνάμεις ο άνδρας, θα απελευθερωθεί και τελικά θα την σκοτώσει με ένα του άγγιγμα. Και αυτήν και τις ακόλουθούς της και τους συμπολεμιστές του. Στο τέλος θα βάλει φωτιά στον πύργο και θα αποχωρήσει μέσα από τις φλόγες και έτσι κλείνει το καταγγελτικό αυτό έργο κατά της αδικίας, της κατάχρησης δύναμης και της καταπίεσης αιώνων της γυναίκας.
Στρατιώτες που παρακολουθούσαν από απόσταση την πρεμιέρα της Βιέννης, σοκαρισμένοι από το «μαρκάρισμα» της οικοδέσποινας από τον πολεμιστή, παρενέβησαν, προκλήθηκε ταραχή, επενέβη η αστυνομία και μόνο χάρη στις διασυνδέσεις που είχαν κάποιοι συγγραφείς φίλοι του Kokoschka με τον διευθυντή της αστυνομίας γλίτωσε την σύλληψη για διατάραξη των ηθών.
Έρωτας και Θάνατος, Αρσενικό και Θηλυκό, Λογικό και Παράλογο, είναι μερικά από τα αρχετυπικά δίπολα, αναπόσπαστα το ένα από το άλλο που πραγματεύεται το έργο.
Στο πόστερ, το δυαδικό σχήμα κατοπτρίζεται όχι μόνο στους προφανείς συμβολισμούς (τον ήλιο και το φεγγάρι) αλλά ακόμη πιο ανάγλυφα στο πρόσωπο της γυναίκας. Το πρόσωπο της ερωτευμένης γυναίκας μοιάζει με μια νεκροκεφαλή και σε έκφραση μίσους και οργής, συναισθήματα διαμετρικά αντίθετα της στάσης του σώματος που παραπέμπει σε «Pieta».
Η επίσκεψή μου στο Leopold Museum ήταν για μένα και ένα ταξίδι στο παρελθόν, καθώς θυμήθηκα την εποχή που ανακάλυπτα τον εξπρεσιονισμό, μέσω αυτού καινούργιες για εμένα σελίδες της τέχνης, την εποχή που πειραματιζόμουνα ως φέρελπις ζωγράφος με τον  Kokoschka και κυρίως την εποχή που οι σχέσεις των δύο φύλων ήταν το υπ’ αριθμόν 1 ενδιαφέρον, δικό μου και πολλών συνομηλίκων μου, τόσο επί πραγματικού όσο και επί θεωρητικού. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα στο Leopold Museum πέρασαν αμέτρητοι συνειρμοί για τα 2 βασικά θέματα που απασχολούν και δισεκατομμύρια ανθρώπους στον πλανήτη: τον Έρωτα και τον Θάνατο.

Κατηγορίες:Uncategorized

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s