Ό,τι δεν μπόρεσε να καταφέρει στην Αφρική η ΕΣΣΔ σε 7 δεκαετίες, το πραγματοποιεί με θεαματική πρόοδο τα τελευταία χρόνια η ρωσική διπλωματία.
Η διπλωματία της Μόσχας, στα χρόνια του «υπαρκτού σοσιαλισμού» δεν είχε να επιδείξει παρά μόνο πενιχρά αποτελέσματα. Το μόνο εντυπωσιακό έργο που είχε αναλάβει ήταν το φράγμα του Ασσουάν στην Αίγυπτο, όμως η συνέχεια στην εξωτερική πολιτική της χώρας αυτής από την εποχή Σαντάτ δεν ήταν εκείνη που επιθυμούσε η Μόσχα.
Ο απλός αντιαμερικανισμός στη Γκάνα και την Τανζανία, η φίλη Αγκόλα, η αποστολή κουβανών στρατιωτικών συμβούλων, η πώληση όπλων, η χορήγηση δανείων και η μετεκπαίδευση επιστημόνων στα σοβιετικά πανεπιστήμια υπολείπονται «έτη φωτός» από τις συμφωνίες που έκλειναν στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου οι ΗΠΑ και γενικότερα η Δύση.
Σήμερα όμως, τα πράγματα έχουν αλλάξει. Συμφωνίες για την ενέργεια ή τα μέταλλα, κινήσεις καλής θέλησης από την οικονομική διπλωματία Πούτιν, επενδύσεις, νέες τράπεζες, κ.λπ., είναι μερικά μόνο από τα βήματα που κάνει η Ρωσία.
Μόλις αυτή την εβδομάδα, ένας ακόμη μεγάλος παίχτης του ενεργειακού τομέα, η ρωσική Gazprom στρέφει το βλέμμα στη Νιγηρία. Η κυβέρνηση της Αμπούτζα αποκάλυψε πως έχει ήδη ξεκινήσει συνομιλίες με την ρωσική εταιρία Gazprom για να επενδύσει 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια για την εκμετάλλευση των αποθεμάτων φυσικού αερίου της Νιγηρίας. Ως γνωστόν, η ρωσική εταιρία αναζητεί σε όλο τον κόσμο νέα αποθέματα φυσικού αερίου και ειδικά στην Αφρική αναδεικνύεται σε κυρίαρχη δύναμη, όμως από την πλευρά της δεν έχει γίνει κανένα σχόλιο για το θέμα αυτό. Η Νιγηρία είναι ο όγδοος μεγαλύτερος εξαγωγέας αργού πετρελαίου, αλλά παρότι έχουν εντοπιστεί αποθέματα φυσικού αερίου που την φέρνουν στην έβδομη θέση διεθνώς στον τομέα αυτόν, μέχρι στιγμής ο τελευταίος υπολειτουργεί. Έτσι, η κυβέρνηση που σχημάτισε το 2007 ο πρόεδρος Umaru Musa Yar’ Adua έχει αρχίσει μια μεταρρύθμιση του ενεργειακού τομέα και σκοπεύει να χρησιμοποιήσει τα μεγάλα αποθέματα φυσικού αερίου για να χρηματοδοτηθεί η βιομηχανική ανάπτυξη σε μια χώρα όπου οι περισσότεροι πολίτες ζουν χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα τις περισσότερες ώρες.
Ενδιαφέρον για επενδύσεις στον τομέα του φυσικού αερίου στη Νιγηρία έχουν εκφράσει επίσης οι βρετανικές εταιρίες BG Group και Centrica.
Η κίνηση αυτή της Gazprom έρχεται ως συνέχεια μιας συντονισμένης προσπάθειας της Μόσχας να διεισδύσει οικονομικά στη Μαύρη Ήπειρο.
Ήδη η Αλγερία έχει αρχίσει να παραλαμβάνει από τη Μόσχα σύγχρονο υλικό για τα τεράστια εξοπλιστικά της προγράμματα (κυρίως προς χρήση κατά των ισλαμιστών ανταρτών) και ενώ έχουν υπογραφεί και σημαντικές συμφωνίες στον ενεργειακό τομέα.
Η Lukoil θεωρήθηκε ότι έκανε μια επιτυχημένη ρελάνς στους Κινέζους υπογράφοντας συμφωνία εκμετάλλευσης ιβοριανού πετρελαίου, λίγο μετά την είσοδο των Κινέζων στην Ακτή του Ελεφαντοστού. Αγκόλα και Αίγυπτος είναι άλλες δύο χώρες όπου επεκτάθηκαν οι ρωσικές εταιρίες ενέργειας, ενώ και ο μεταλλευτικός κλάδος έκλεισε προσοδοφόρα deals την περίοδο Πούτιν.
Στη Νότια Αφρική, η παράδοση που είχε το σοβιετικό δημόσιο στήνοντας καρτέλ ακόμη και με εταιρίες που δραστηριοποιούνταν στο ρατσιστικό καθεστώς του απαρτχάιντ (όπως ενδεικτικά με την Angloamerican Corporation) συνεχίζεται και σήμερα, π.χ. με τη συμφωνία της Alrosa με την νοτιοαφρικανική De Beers ή με τα deals των Norilsk, Rusal, Nickel και Renova.
Στην πρώην φίλη της ΕΣΣΔ Αγκόλα, η πρώτη αμιγώς ξένη τράπεζα ήταν η ρωσική Vneshtorgbank, ενώ ρωσικές επενδυτικές εταιρίες απέκτησαν το 25% της νιγηριανής Ecobank (εκτεταμένο και κατατοπιστικό αφιέρωμα των ρωσοαφρικανικών οικονομικών και εμπορικών σχέσεων δημοσίευσε η εφημερίδα «Το Ποντίκι» στις 29 Σεπτεμβρίου 2007).
Σε μια επίδειξη καλής θέλησης, ο Πούτιν προχώρησε το περασμένο καλοκαίρι σε παραγραφή χρεών διαφόρων αφρικανικών χωρών (π.χ. Τανζανία, Μπενίν και Ζάμπια) ύψους 11,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Η «αφρικανική περιπέτεια» των ρωσικών επιχειρήσεων φαίνεται ν αποδίδει και μάλιστα στις 11 Ιουλίου 2007
η Credit Suisse συνέστησε στους επενδυτές με ειδικό «report», στροφή στη ρωσική χρηματαγορά μετά τις overweight τοποθετήσεις της στη Ν. Αφρική.
Άλλος ένας παράγοντας που προσελκύει τη Μόσχα στην Αφρική, είναι το πετρέλαιο. Όσο συνεχίζονται η αστάθεια στη Μέση Ανατολή και η αβεβαιότητα για το μέλλον της Κεντρικής Ασίας, τόσο θα είναι περισσότερο ελκυστική η Αφρική, η οποία κατέχει το 8% των παγκοσμίων αποθεμάτων πετρελαίου κάτι που ασφαλώς θα πρέπει να αποτελέσει μια καλή ευκαιρία να αντιμετωπίσει την εκτεταμένη φτώχεια και διαφθορά.
Αυτό όμως που γνωρίζει η Μόσχα είναι πως οι ανταγωνιστές της δεν μένουν με σταυρωμένα χέρια, με πρώτους και καλύτερους το Κινέζους οι οποίοι εισάγουν το 25% των αναγκών τους σε πετρέλαιο από την Αφρική, διατηρώντας παράλληλα χιλιάδες επιχειρήσεις στη Μαύρη Ήπειρο αλλά και τους Ευρωπαίους και τους Αμερικανούς.