FARC

Ποιοί σαμποτάρισαν την πρωτοβουλία Τσάβες – FARC για την απελευθέρωση των 3 ομήρων; Για 6ο χρόνο όμηρος η Ινγκρίτ Μπετανκούρ;

Ούτε ο προσωπικός και πολιτικός θρίαμβος που ενδεχομένως προσδοκούσε ούτε πάλι η «εκδίκηση» που σχεδίαζε να πάρει από ΗΠΑ και Uribe, ήλθαν για τον Hugo Chávez, αφού απέτυχε η πρωτοβουλία του για την απελευθέρωση των τριών ομήρων, Clara Rojas, Emmanuel Rojas και Consuelo González από τις FARC.

Οι τρεις όμηροι των κολομβιανών ανταρτών FARC, επρόκειτο να απελευθερωθούν μετά από πρωτοβουλία του βενεζουελάνου προέδρου και ενώ είχαν συνεπικουρήσει την προσπάθεια αυτή, προσωπικότητες και διεθνείς παρατηρητές από 7 χώρες (μεταξύ τους ο πρώην πρόεδρος της Αργεντινής Nestor Kirchner και ο αμερικανός σκηνοθέτης Oliver Stone) είτε έχοντας αναλάβει την ηθική στήριξη του εγχειρήματος είτε ακόμη και την επιτήρηση της διαδικασίας απελευθέρωσης των ομήρων.

Με βάση το αρχικό σχέδιο, οι παρατηρητές είχαν αναχωρήσει 2 ημέρες προτού εκπνεύσει το 2007 από το Καράκας της Βενεζουέλας με 3 αεροσκάφη Φάλκον (τα οποία είχαν απογειωθεί νωρίτερα από το αεροδρόμιο Σάντο Ντομίνγκο) με προορισμό το Βιγιαβισένσιο της Κολομβίας και από την πόλη αυτή, η οποία απέχει περί τα 100 χιλιόμετρα από την Μπογκοτά αναχώρησαν άλλα 2 ελικόπτερα ΜΙ-17 με τα διακριτικά της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού για το σημείο όπου οι αντάρτες επρόκειτο να απελευθερώσουν τους ομήρους.
Οι αντάρτες των FARC είχαν δεσμευτεί να παραδώσουν τους ομήρους σε εκπροσώπους της κυβέρνησης του Hugo Chávez και αυτοί ήταν η Clara Rojas (συνεργάτιδα της επίσης κρατούμενης πρώην υποψήφιας για το προεδρικό αξίωμα της Κολοβίας με το κόμμα των “Πρασίνων” Ingrid Betancourt) ο γιος της Emmanuel που γεννήθηκε στην αιχμαλωσία και η πρώην βουλευτής Consuelo González de Perdomo η οποία είχε απαχθεί το 2001.

Η πρωτοβουλία αυτή, εάν τελεσφορούσε βεβαίως, θα αποτελούσε μια πρώτου μεγέθους προσωπική και πολιτική νίκη για τον Hugo Chávez. Και ίσως γι αυτό “κάποιοι” φρόντισαν να αποτύχει. Παρότι μικρό μόνο μέρος της εκλογικής του βάσης βρίσκεται ιδεολογικά εγγύτερα στους FARC και μεγαλύτερο μέρος πιο κοντά στους αντιπάλους των FARC, τον ΕLN, μπόρεσε και εμφανίστηκε ο Chavez με την πρωτοβουλία του αυτή, ως αριστερή προσωπικότητα «κοινής αποδοχής» και από τη ριζοσπαστική και από τη ρεβιζιονιστική αριστερά όλης της Λατινικής Αμερικής που παρακολουθούσε τις προσπαθειές του για την απελευθέρωση των ομήρων ήδη από τον περασμένο Σεπτέμβριο.

Επιπρόσθετα δε, μια επιτυχία του, θα «άδειαζε» και τον κολομβιανό πρόεδρο Álvaro Uribe Vélez, ο οποίος πριν λίγο καιρό του είχε ζητήσει να αποσυρθεί από προηγούμενη προσπάθειά του να απελευθερώσει τους ομήρους, κάτι που προφανώς του υπαγορεύθηκε (ορθότερα, “διατάχθηκε” γι αυτό) από τις ΗΠΑ που δεν βλέπουν με καλό μάτι έναν «έμπιστό» τους να συνάπτει ενεργειακές συμμαχίες με Μοράλες και Τσάβες, να υποβάλει αίτηση να ενταχθεί η Κολομβία στην Βanco del Sur, μια «Τράπεζα της Αντιπαγκοσμιοποίησης» και συν τους άλλοις να συνδιαλέγεται έστω και δι αντιπροσώπου με τους «τρομοκράτες» των FARC.

Είναι προφανές, ότι οι ΗΠΑ είχαν κάθε λόγο να σαμποτάρουν τον Chavez για να μην γίνει σχεδόν παναμερικανικός ήρωας. Ενώ λοιπόν η όλη επιχείρηση προχωρούσε και είχε μπει στην τελική ευθεία, οι FARC δεν εμφανίστηκαν. Με ανακοίνωσή τους, κατηγόρησαν τον Uribe ότι διέταξε τον στρατό να “χτενίσει” την περιοχή πραγματοποιώντας ασκήσεις, η οποία με βάση τη συμφωνία θα έπρεπε να μείνει αποστρατιωτικοποιημένη όπως θα ήταν και το προφανές, για να παραδοθούν ανεμπόδιστα οι όμηροι και να μην αναγκαστούν να πέσουν οι FARC στο “στόμα του λύκου”. Ο Uribe όμως είχε μια άλλη εξήγηση. Πιστευτή ή όχι, έχει πάνω κάτω ως εξής: “Ξαφνικά” λοιπόν, ο πρόεδρος της Κολομβίας “θυμήθηκε” ότι “κάποιοι”, “κάποια στιγμή”, του είχαν δώσει “κάποιες” πληροφορίες, πως “ίσως”, ο μικρός Emmanuel ζούσε σε “κάποιο” μέρος, “κάπου” στην πρωτεύουσα Μπογκοτά με “κάποιο” άλλο όνομα, άρα τόσον καιρό οι FARC κορόϊδευαν…

Η απλή λογική λέει πάντως, πως από τη στιγμή που οι ΗΠΑ έχουν περιλάβει τους FARC στη λίστα με τις τρομοκρατικές οργανώσεις και από τη στιγμή πάλι κατά την οποία οι ΗΠΑ αρνούνται να έλθουν σε απευθείας επαφές με τους “τρομοκράτες”, επέβαλαν στον Uribe να σαμποτάρει τον Chavez με το πρόσχημα ότι συνδιαλέγεται με τρομοκράτες. Άλλωστε, και στην προηγούμενη απόπειρα του Chavez, πριν 1,5 μήνα, ο Uribe είχε ζητήσει από τον βενεζουελάνο πρόεδρο να σταματήσει τις προσπάθειές του για την απελευθέρωση των ομήρων κατηγορώντας τον τότε πως είχε ελθει σε απευθείας συνομιλίες όχι με τους αντάρτες, αλλά με… τον αρχηγό του κολομβιανού στρατού Mario Montoya! Τότε, ο Uribe είχε δεχτεί εκκλήσεις να μην τερματίσει την αποστολή του Chavez (όπως π.χ. από τον σύζυγο της Μπετανκούρ, ο οποίος είχε κατηγορήσει τον κολομβιανό πρόεδρο ότι χρησιμοποιεί την σκληρή στάση απέναντι στους FARC για να επιτύχει την επανεκλογή του). Πράγματι, ο φιλοαμερικανός (ακόμη και τα… γενέθλιά του, συμπίπτουν με την εθνική γιορτή των ΗΠΑ: 4 Ιουλίου!) Uribe παίρνει στις εκλογές πρωτοφανή ποσοστά (την άνοιξη 2006 επαναξελέγη με 62,2%) υποσχόμενος πως κυβερνώντας “con mano dura” (με πυγμή) και με αδιάλλακτη στάση απέναντι στους FARC θα λύσει κάθε πρόβλημα: της οικονομίας, της ανάπτυξης, των υποδομών, των ναρκωτικών…

Ας έλθουμε όμως και στο ποια είναι η Ινγκρίντ Μπετανκούρ που απασχολεί σήμερα τη γαλλική, την κολομβιανή αλλά και γενικότερα η διεθνή κοινή γνώμη:

Η 46χρονη Ινγκρίντ Μπετανκούρ, συνελήφθη στις 23 Φεβρουαρίου 2002 μαζί με τη διευθύντρια της προεκλογικής της εκστρατείας Κλάρα Ρόχας κοντά στη Φλορέντσια. Είναι κόρη του Γκαμπριέλ Μπετανκούρ, παλαιού υπουργού Παιδείας στη δικτατορική κυβέρνηση του στρατηγού Γκουστάβο Ρόχας Πινίγια και της γερουσιαστού (και πρώην βασίλισσας της ομορφιάς) Γιολάντας Πουλέτσιο.

Τα παιδικά χρόνια της τα έζησε στο Παρίσι, όταν ο πατέρας της ήταν πρεσβευτής της Κολομβίας στην UNESCO (εκεί μάλιστα γνώρισε και τον Πάμπλο Νερούντα). Το 1981 παντρεύτηκε στο Παρίσι τον Φαμπρίς Ντελουά, με τον οποίο χώρισαν το 1990 και επέστρεψε στην Μπογκοτά όπου εργάσθηκε στο υπουργείο Οικονομικών. Εκλέχτηκε βουλευτής το 1994 και ίδρυσε το κόμμα «Oxygeno Verde» (Πράσινο Οξυγόνο) το 1998. Εκείνη τη χρονιά εκλέχτηκε και γερουσιαστής. Διαθέτει και κολομβιανή και γαλλική υπηκοότητα και είχε θέσει υποψηφιότητα με το «Oxygeno Verde» για την προεδρία της Κολομβίας. Είναι μητέρα δύο παιδιών που ζουν στη Γαλλία.

Αυτές τις ημέρες θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Seuil βιβλίο που περιλαμβάνει την 12σέλιδη επιστολή της Μπετανκούρ προς τη μητέρα της και την επιστολή – απάντηση των δύο παιδιών της. Η πρώτη έκδοση συμπίπτει με τις τελευταίες εξελίξεις σημαντικές και καθιστά επιτακτικότερα το ζήτημα της απελευθέρωσης της Γαλλοκολομβιανής πρώην υποψήφιας για την προεδρία της Δημοκρατίας. Στα ελληνικά, το βιβλίο, με τίτλο «Γράμματα στη μαμά. Πέρα από την κόλαση», θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Ωκεανίδα σε μετάφραση Εφης Καλλιφατίδη και πρόλογο του βραβευμένου με Νομπέλ Ειρήνης Ελί Βιζέλ.

Πρόσφατα δόθηκαν στη δημοσιότητα αποσπάσματα από το γράμμα της, όπου ήταν εμφανής η απαισιοδοξία της. Ακολούθησαν αφιερώματα και συζητήσεις στη γαλλική τηλεόραση με το «Ράδιο-Γαλλία» να μεταδίδει τακτικά μηνύματα για την Μπετανκούρ όπως και η ίδια ζητούσε στην επιστολή ενώ και ο Γάλλος πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί έκανε ενέργειες για την απελευθέρωση της Μπετανκούρ. Πριν μήνες, ο πρόεδρος της Κολομβίας Αλβάρο Ουρίμπε ανακοίνωσε την απελευθέρωση του αρχηγού των FARC Ροντρίγκο Γκράντα, μετά από αίτημα του Σαρκοζί και παράλληλα την απελευθέρωση 150 «μετανοημένων» ανταρτών.

Ενας άλλος όμηρος των FARC, ο υπαξιωματικός Τζον Φρανκ Πιντσάο Μπλάνκο, που κατάφερε α να δραπετεύσει, είπε ότι είχε η Μπετανκούρ του εκμυστηρεύτηκε πως είχε επιχειρήσει ανεπιτυχώς ν’ αποδράσει πέντε φορές.

Στην Ελλάδα, η υπόθεση είναι ίσως σε κάποιους λίγους γνωστή και από την ταινία της Karin Hayes Η απαγωγή της Ινγκρίτ Μπετανκούρ η οποία προβλήθηκε στο 2ο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου 2004 στο πλαίσιο του 6ου Φεστιβάλ Ντοκυμανταίρ Θεσσαλονίκης- Εικόνες του 21ου αιώνα. Η ταινία είχε ξεκινήσει ως ντοκυμανταίρ για την προεκλογική εκστρατεία της Μπετανκούρ και συνεχίστηκε και μετά την απαγωγή της.

Το άλλο “πρόσωπο” της υόθεσης, οι FARC – Fuerzas Armadas Revolucionarias de Colombia (Ένοπλες Επαναστατικές Δυνάμεις Κολομβίας) είναι κίνημα που αρχικά είχε οργανωθεί μαζί με τις «ομάδες αυτοάμυνας του Λαού», από το Κομμουνιστικό Κόμμα Κολομβίας, ενώ κρατούν ρίζες από τον εμφύλιο πόλεμο της 10ετίας 1948 – 1958. Ξεκινούν τη δράση τους το 1966 από τον Manuel Marulanda Velez Saenz Vargas, και συμπεριλήφθηκαν από ΗΠΑ και Ευρωπαϊκή Ένωση στον κατάλογο με τις τρομοκρατικές οργανώσεις. Το 2000 επεχείρησαν να αποκτήσουν πολιτικό βραχίονα με την ίδρυση του «Πολιτικού Κινήματος Μπολιβάρ», το οποίο όμως έμεινε για πάντα στην παρανομία. Χαρακτηριστικό των FARC είναι η άριστη οργάνωση και διάρθρωση, πολιτικά και στρατιωτικά, με κάθετη δομή και κεντρικό ανώτατο στρατηγείο. Τα μέτωπα αποτελούνται από 100 άνδρες κατά μέσο όρο και διαθέτουν αυτονομία δράσης στην ζώνη επιχειρήσεων τους. Οι μονάδες είναι οργανωμένες όπως σε έναν συμβατικό στρατό. Και στο κίνημα αυτό ανήκουν περίπου 15 χιλιάδες στρατιώτες οι οποίοι έχουν υιοθετήσει το δόγμα της κατάκτησης της εξουσίας με τα όπλα. Η δράση τους περιλαμβάνει ακόμη επιθέσεις εναντίον στρατιωτικών στόχων, σε αστυνομικά τμήματα και σε κρατικές Τράπεζες, πυρπολήσεις δημόσιων μεταφορικών μέσων, βόμβες σε ηλεκτρικούς πυλώνες και σαμποτάζ στις τηλεπικοινωνίες και -από το 1990- επιθέσεις σε αγωγούς πετρελαίου. Στο αντάρτικο πόλεων οι ενέργειες τους είναι μάλλον περιορισμένες, καθώς δεν έχουν στηρίγματα στα αστικά κέντρα. Ωστόσο, έχουν παρουσία σε ολόκληρη την περιφέρεια της χώρας. Κατηγορούνται ότι ως βασικές πηγές χρηματοδότησης διαθέτουν το εμπόριο ναρκωτικών και τις απαγωγές. Ωστόσο, οι περισσότεροι υποστηρικτές τους θεωρούν προβοκατόρικη τη θεωρία της εμπορίας ναρκωτικών, υπενθυμίζοντας ακόμη ότι οι παραστρατιωτικοί ακροδεξιοί έχουν κάνει ως τώρα πολύ περισσότερες απαγωγές.

Άλλο ένοπλο κίνημα στην Κολομβία είναι ο κύριος αντίπαλός τους, ο ELN- Ejercito de Liberacion Nacional (Στρατός για την Εθνική Απελευθέρωση) ο οποίος ιδρύθηκε το 1964 και εμπνέεται από την Κουβανική επανάσταση, τον Τσε αλλά ακόμη και από τη Θεολογία της Απελευθέρωσης. Παρουσιάζει περισσότερη εσωτερική δημοκρατία, προσελκύει περισσότερους διανοούμενους, έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με το FMLN του Σαλβαδόρ και το FSLH της Νικαράγουα, διαχωρίζει πολιτικό/κοινωνικό έργο και στρατιωτική δράση και επιμένει στην ιδεολογική καθαρότητα, γι αυτό και οι φίλοι του επισημαίνουν σε κάθε ευκαιρία και με νόημα (υπονοώντας για τους FARC ότι δεν κάνουν το ίδιο…) ότι ουδέποτε ανακατεύτηκε με εμπόριο ναρκωτικών.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s